Σάββατο 7 Μαΐου 2011

Το θρίλερ της Παρασκευής

Το θρίλερ της Παρασκευής δεν είναι ούτε το μοναδικό ούτε το τελευταίο που βίωσε ή θα βιώσει η ελληνική κυβέρνηση και πολλοί από εμάς. Το επόμενο, άγνωστης διάρκειας, χρονικό διάστημα το συγκεκριμένο θρίλερ αναμένεται να επαναληφθεί ή να επαναλαμβάνεται αρκετά συχνά. Είναι φανερό πλέον, τόσο σε Ευρωπαίους πολιτικούς όσο και σε αναλυτές και διαμορφωτές της κοινής γνώμης, ότι η ελληνική πολιτική θα εξακολουθήσει να είναι απρόβλεπτη και κατά συνέπεια αναξιόπιστη ώστε να μπορέσει να στηριχτεί πάνω της ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα οικονομικής ανάκαμψης. Όταν αναφέρομαι στην ελληνική πολιτική δεν εννοώ μόνο, ούτε καν αποκλειστικά την ελληνική κυβέρνηση αλλά την πολιτική σκηνή σαν σύνολο, σαν σώμα, σαν σύστημα. Περιλαμβάνω, δηλαδή τόσο το σύνολο των κοινοβουλευτικών ή μη κομμάτων όσο και την ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος ή φορέων των παραγωγικών τάξεων.  Οι εξάρσεις άνωθεν του επιπέδου της μετριότητας στο οποίο κινείται όλο το παραπάνω σύνολο, είναι ελάχιστες ώστε να αποτελέσουν ένδειξη έστω ότι η κατάσταση είναι αναστρέψιμη.

Ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση παρουσιάζει ελάχιστη συνοχή με εχθρικές πλέον σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της. Η απόσταση που χωρίζει τον πρωθυπουργό ή τις πολιτικές που εκείνος θέλει να εφαρμόσει από μέρος της κυβέρνησής του και πολλών βουλευτών του κόμματός του φαίνεται να μεγαλώνει μέρα τη μέρα. Η πολυσυλλεκτικότητα που χαρακτήριζε το κυβερνών κόμμα και που ήταν η μεγάλη του δύναμη, φανέρωσε το αρνητικό της πρόσωπο την πλέον ακατάλληλη χρονική στιγμή. Ίσως  οι ευθύνες της ηγετικής ομάδας να είναι μεγάλες γι’ αυτή την εξέλιξη αλλά κανείς – πλην των ανοήτων - δεν ασκεί κριτική στις αποφάσεις του στρατηγού στην κορύφωση της μάχης.
Η αξιωματική αντιπολίτευση επέλεξε να σταθεί απέναντι σε μια προσπάθεια που θα έπρεπε να είναι εθνική για να είναι αποτελεσματική. Ακόμα κι αν είχε αντίρρηση στο σχεδιασμό, είχε υποχρέωση να παράσχει την κριτική της στήριξη παρά να οδηγεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε βαυκαλιστικές απόψεις περί αναίμακτης εξόδου από την κρίση χωρίς την έξωθεν στήριξη ή βοήθεια. Σε περιόδους κρίσης, η στροφή ή η διολίσθηση προς τον λαϊκισμό μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνη. Η παράβλεψη αυτού του γεγονότος είναι τραγικό λάθος το οποίο όμως αφήνει αδιάφορη την ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τα κόμματα της αριστεράς, με προφανή την ιδεολογική αδυναμία εξήγησης των φαινομένων που βιώνουμε και αξιολόγησης των προοπτικών ή των λύσεων, επιδίδονται σε μια μάχη ποιο θα βαδίσει μακρύτερα πάνω στον λεπτό πάγο του λαϊκισμού χωρίς να πέσει στα νερά του εφιάλτη του φασισμού. Δεν ξέρω πόσες φορές έχουν γίνει τα στελέχη τους μούσκεμα μέχρι σήμερα.
Η πλειοψηφία των ηγεσιών των συνδικαλιστικών παρατάξεων, συνεπικουρούμενη από κομματικούς μηχανισμούς του συνόλου του πολιτικού φάσματος, δεν στάθηκε ούτε στιγμή στο παρασκήνιο αυτοκριτικά.  Δεν στάθηκε καν να σταθμίσει το ρόλο που θα μπορούσε να παίξει σε μια πιθανή προσπάθεια ανόρθωσης της οικονομίας κύρια αλλά και έμμεσα του κύρους, της αξιοπιστίας και άρα της ανεξαρτησίας της χώρας. Αντίθετα, θέτοντας εαυτόν ξεδιάντροπα εκτός αυτών οι οποίοι ευθύνονται για την πορεία προς τον εξευτελισμό της χώρας επιδίδονται σε έναν αγώνα διατήρησης κεκτημένων κρύβοντας από τα μέλη τους το προφανές: οποιαδήποτε «συνδικαλιστική νίκη αυτή τη στιγμή δεν θα είναι απλά πύρρειος αλλά μεγαλοπρεπής εθνική ήττα με τραγικές συνέπειες.
Ο επιχειρηματικός κόσμος παγιδευμένος στον κρατισμό του, αδυνατεί να βρει πορεία απεμπλοκής από επιδοτήσεις και χρηματοδοτήσεις. Φοβικός, μίζερος, με λογικές νεόπλουτου, σπεύδει να κρύψει ό,τι μέχρι χθες επιδείκνυε: έναν πλούτο που στις περισσότερες των περιπτώσεων αποκτήθηκε με δραστηριοποίηση στη γκρίζα ζώνη μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας όπου ανέκαθεν συναγελάζεται μερίδα των πολιτικών και επιχειρηματιών.
Αυτό που βλέπει παρατηρώντας τη χώρα ο τεχνοκράτης που καλείται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να βρει λύση σε ένα πολύπλοκο ζήτημα είναι όχι μια συντονισμένη και αποφασιστική κίνηση  προς τα εμπρός αλλά μια χαοτική κίνηση προς κάθε κατεύθυνση με σαφείς αντίρροπες προς τη σωτηρία τάσεις.
Αν κανείς νομίζει ότι η εικόνα που φτάνει στους πιστωτές είναι ακηλίδωτη και λαμπρή, μάλλον ζει σε άλλο σύμπαν. Αν επίσης κανείς νομίζει ότι υπάρχει η πολυτέλεια των μακροσκελών, ανέξοδων και αδιέξοδων συζητήσεων καφενείου με όσους προσπαθούν να λύσουν το πρόβλημα «υπερχρέωση χωρών της ΕΕ» μάλλον θα πρέπει να αναθεωρήσει σύντομα τις απόψεις του. Στις  συζητήσεις όλης της ευρωπαϊκής σκηνής πρώτης γραμμής, πολιτικής και επιχειρηματικής, αυτό που επικρατεί είναι η ανάγκη επίλυσης (με την έννοια της δρομολόγησης της λύσης) του προβλήματος το συντομότερο δυνατό. Η κατανόηση των αιτιών που οδήγησαν μέχρι εδώ ή η αποδοχή και λήψη υπόψη ιδιαιτεροτήτων, αφήνει παγερά αδιάφορο τον καθένα. Δεν θα μπορούσε καν να γίνει αλλιώς.
Στο πλαίσιο αυτής της λογικής και αυτής της προσέγγισης του προβλήματος, προσωπικά λέω ότι είναι θαύμα -  που οφείλεται στους πολιτικούς και όχι στους τεχνοκράτες  - ότι ακόμα η Ευρώπη ανέχεται καμώματα της Ελληνικής πολιτείας που μεταφράζονται σε αναποφασιστικότητα, ατολμία, ασυνεννοησία, αναβλητικότητα, απραξία. Δεν ξέρω όμως για πόσο ακόμα η πολιτική βούληση θα επικρατεί του τεχνοκρατικού ορθολογισμού. Αν η ισορροπία αυτή αντιστραφεί κανείς δεν θα πρέπει να θεωρήσει έκπληξη επώδυνες αποφάσεις που μπορεί να φτάσουν μέχρι και την αποπομπή από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Να είστε βέβαιοι ότι καμιά ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν πρόκειται να εμποδίσει μια τέτοια πράξη εάν η πολιτική απόφαση είναι ειλημμένη.
Μέχρι τότε, ας είμαστε προετοιμασμένοι για θρίλερ της Παρασκευής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου