Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

...και συγκρούσεις για το νερό



…συγκρούσεις και στα νερά
Την εβδομάδα που πέρασε άνοιξε ένας νέος κύκλος έντονων συζητήσεων αναφορικά με το πολύπαθο και πολυτάραχο έργο της εκτροπής του Άνω ρου του Αχελώου προς την Θεσσαλική πεδιάδα. Το «νέο στοιχείο» που πυροδοτησε αυτές τις συζητήσεις ήταν η αναφορά της υπουργού Περιβάλλοντος στα Διαχειριστικά Σχέδια Υδατικών Πόρων των Υδατικών Διαμερισμάτων της χώρας.
Πόσο «νέο» είναι όμως αυτό το στοιχείο και πόσο σημαντικό ώστε να η επίκλησή του να μπορεί από μόνη της να ξεσηκώσει σχεδόν το σύνολο των Θεσσαλών πολιτικών και αγροτοσυνδικαλιστών εναντίον της κυρίας Μπιρμπίλη;
Με απλά λόγια διαχειριστικό σχέδιο είναι ο σχεδιασμός της κατανομής των αποθεμάτων του νερού στους δικαιούχους, ανάλογα με τα διαθέσιμα αποθέματα και τις ανάγκες του καθενός: Έχω στις αποθήκες μου – ποτάμια, λίμνες, ταμιευτήρες, στο έδαφος – μια ποσότητα νερού, κάθε χρόνο ξοδεύω ένα μέρος για διάφορους λόγους – να πιω, να ποτίσω, να πλύνω, να δουλέψω, να διασκεδάσω - αφήνω και την ποσότητα που χρειάζεται η φύση, υπολογίζω και πόσο θα «εισπράξω» - από χιόνια και βροχές και βγάζω έναν προϋπολογισμό. Απλό, θα μου πείτε, και αυτονόητο πράγμα. Ο καθένας μας το κάνει στο σπίτι του κάθε μέρα με τα οικονομικά του: Τόσα έχω, τόσα βγάζω, τόσα ξοδεύω. Δυστυχώς, τα απλά και αυτονόητα είναι ίσως τα πιο παρεξηγημένα και πιο δύσκολα να γίνουν σ’ αυτόν τον τόπο.
Η υποχρέωση της χώρας μας να συντάξει διαχειριστικά σχέδια για τα νερά δεν είναι καινούργια ούτε έχει μείνει εντελώς άπραγη σε αυτόν τον τομέα. Απλά, ως συνήθως, καθυστερεί δραματικά. Η ανάθεση σύνταξης των διαχειριστικών σχεδίων μετρά ήδη ίσως περισσότερα από έξι χρόνια. Το έργο ξεκίνησε από την προηγούμενη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, σερνόταν επί των κυβερνήσεων Καραμανλή για να το βρεί μπροστά της η κυβέρνηση Παπανδρέου.
Τα διαχειριστικά σχέδια αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του τότε Υπουργείου Ανάπτυξης για δημόσια διαβούλευση τον Αύγουστο του 2008. Έκτοτε αγνοείται η τύχη τους. Γνωρίζοντες πρόσωπα και πράγματα, λένε ότι ακόμη κι αν επιταχυνθεί η διαδικασία, θα χρειαστεί τουλάχιστον ένας χρόνος μέχρι τα διαχειριστικά σχέδια αυτά να ενταχθούν στην εθνική μας νομοθεσία. Εν τω μεταξύ, δεν θεωρείται απίθανο η χώρα μας να κληθεί να πληρώσει για την αδικαιολόγητη αυτή καθυστέρηση. Καθυστέρηση που το μεγαλύτερο μέρος της οφείλεται στην «αδιαφορία» των κυβερνήσεων Καραμανλή η οποία έχει σίγουρα να κάνει και με το έργο της εκτροπής του Αχελώου. Οι ίδιοι άνθρωποι λένε ότι ακόμα και να ολοκληρωθεί η διαδικασία, τα προβλήματα δεν θα έχουν τέλος, καθώς το διαχειριστικό σχέδιο για τη λεκάνη απορροής του Πηνειού συντάχθηκε θεωρώντας δεδομένη την εκτροπή του Αχελώου. Και μόνο αυτό κάνει τα σχέδια ανίσχυρα απέναντι σε προσφυγές στην εθνική και κοινοτική δικαιοσύνη και στην ουσία οδηγεί με βεβαιότητα το έργο σε νέες περιπέτειες και εμπλοκές.
Πέρα από την κατά παραγγελία μελέτη και καθ’ υποβολή αποδοχή δεδομένων, ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι συντάκτες τέτοιων μελετών σε όλη την επικράτεια και έχει να κάνει με την πληρότητά τους είναι η έλλειψη δεδομένων. Τα δίκτυα μετρήσεων των παραμέτρων, των δεδομένων εισόδου στα διαχειριστικά σχέδια, είναι ελλιπή, μη αξιόπιστα και τα δεδομένα πολλές φορές είτε δύσκολα προσβάσιμα είτε με απαράδεκτες ασυνέχειες. Όσοι επί σειρά ετών κραυγάζουν υπέρ της ανάγκης τυποποίησης των μετρήσεων και της καθιέρωσης εθνικής βάσης επιστημονικής πληροφορίας, δικαιώνονται καθημερινά
Το έργο της εκτροπής του Αχελώου τείνει να αποδειχτεί ο καθρέφτης της ελληνικής κρατικής μηχανής και να αντικαταστήσει το γεφυρι της Άρτας στη λαϊκή μυθολογία της χώρας. Έργο φαραωνικών διαστάσεων για τα ελληνικά δεδομένα, στον σχεδιασμό και τη σύλληψη του. Εκφραστής μιας σύγχρονης τοπικής «Μεγάλης Ιδέας» έθρεψε γενιές Θεσσαλών, γέννησε πόθους και πάθη, εξέλεξε πληθώρα πολιτικών όλων των βαθμίδων, εξαγγέλθηκε δεκάδες φορές, σχεδιάστηκε και επανασχεδιάστηκε άλλες τόσες, κατάπιε σαν αχόρταγη καταβόθρα πολύτιμους εθνικούς πόρους κι ακόμα η ολοκλήρωσή του είναι υπό αμφισβήτηση, το ίδιο και η χρησιμότητά του. Έργο – μνημείο της ελληνικής προχειρότητας, της πολιτικής εκμετάλλευσης, της διαπλοκής. Στο βαθμό που εξαπατήθηκαν, οι Θεσσαλοί αγρότες έχουν δίκιο να διαμαρτύρονται. Και εξαπατήθηκαν πολλαπλά και κατ’ εξακολούθηση. Τόσο για τη χρησιμότητα όσο και ια την ολοκλήρωση του έργου. Άλλο τόσο δίκαια νοιώθουν εξαπατημένοι και αδικημένοι οι κάτοικοι των περιοχών της δυτικής Ελλάδας.
Θεωρώ λοιπόν άδικη την επίθεση που δέχτηκε η υπουργός περιβάλλοντος από μεγάλη μερίδα Θεσσαλών παραγόντων. Το δυσάρεστο μεν αλλά αυτονόητο είπε. Την κυρία υπουργό θα έχουμε πολλές ευκαιρίες να την κρίνουμε. Ας το κάνουμε επί πραγματικών δεδομένων.

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 29 Νοέμβρη 2009

.

Συγκρούσεις στο χώρο της ενέργειας



Το νεογέννητο υπουργείο περιβάλλοντος μετρά ακόμη μέρες ζωής όμως θα βρίσκεται στο επίκεντρο συγκρούσεων και θα είναι δέκτης φιλικών ή λιγότερο φιλικών επιθέσεων για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν είναι μόνο οι πολιτικοί αντίπαλοι του κυβερνώντος κόμματος τους οποίους θα έχει απέναντί της η κυρία Μπιρμπίλη ούτε ο σκληρός επιχειρηματικός κόσμος του κατασκευαστικού κλάδου, του οποίου είναι γνωστές οι σχέσεις αίματος με μεγάλα συγκροτήματα που ελέγχουν τα δημοφιλέστερα ΜΜΕ. Δεν είναι, επίσης μόνο, το τμήμα του κομματικού μηχανισμού που δεν καλοείδε έτσι κι αλλιώς την υπουργοποίησή της. Είναι και οι συνάδελφοί της μέλη του υπουργικού συμβουλίου στων οποίων τα χωράφια θα μπαίνει εξ αντικειμένου η νέα υπουργός. Το «οριζόντιο» τμήμα της περιβαλλοντικής πολιτικής θα είναι πιθανώς δυσκολότερο από το «κάθετο».
Ένας χώρος στον οποίο αναμένονται μεγάλες συγκρούσεις είναι αυτός της ενέργειας και ειδικότερα της ηλεκτροπαραγωγής. Οι επιθέσεις που δέχτηκε η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού από οικολογικές οργανώσεις, μεμονωμένα πρόσωπα και πολιτικούς, για τις θέσεις που υιοθέτησε ή τις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που ανέλαβε τα τελευταία χρόνια δεν ήταν αστήρικτες. Από τη μια η προσπάθεια να εντάξει τον λιθάνθρακα στον ενεργειακό μας χάρτη ή να επεκτείνει τη χρήση λιγνίτη και από την άλλη ο στην πράξη εξοβελισμός των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε ρόλο «φτωχού συγγενή» έκαναν την Επιχείρηση κόκκινο πανί για τους οικολόγους (και ως τέτοιους φυσικά δεν εννοούμε μόνο τα μέλη του κόμματος των εγχώριων «πράσινων»). Τα παραπάνω χωρίς να ξεχνάμε τα συχνά – πυκνά λοξοκοιτάγματα προς την λύση της πυρηνικής ενέργειας. Τα βαριά πρόστιμα που κατέβαλε μέχρι τώρα η ΔΕΗ για τα δικαιώματα παραγωγής ρύπων, τα πρόστιμα που της επιβλήθηκαν ύστερα από εγχώριους ελέγχους για ελλιπή εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και η ανάδειξή της στην κορυφή των πλέον ρυπογόνων επιχειρήσεων στο χώρο της ενέργειας, τροφοδότησαν τη διαμάχη.
Μετά τις εκλογές και με τη δημιουργία του υπουργείου περιβάλλοντος, πολλοί αναθάρρησαν και πρότειναν δραστικό περιορισμό των επιθυμιών της ΔΕΗ για νέες «βρώμικες» επενδύσεις. Λογικό, θα πει κανείς από τη στιγμή που έχουμε την πιο βρώμικη κιλοβατώρα στην Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι αφήνουμε στον αέρα περισσότερους ρύπους από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα για κάθε κιλοβατώρα ηλεκτρικού ρεύματος που παράγουμε. Πρότειναν επίσης μια επιθετική πολιτική στο χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ώστε να απεξαρτηθεί σταδιακά η χώρα από τον άνθρακα.
Αν κανείς περίμενε να μείνει αναπάντητη η εφόρμηση των περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένων στο κάστρο της ΔΕΗ, γελάστηκε οικτρά. Η απάντηση που σήμανε και την αντεπίθεση ήλθε από τα σπλάχνα της ΔΕΗ, τους ίδιους της τους εργαζόμενους, και εκφράστηκε από μια σειρά συνδικαλιστικά όργανα όπως ΓΕΝΟΠ, σύλλογος πτυχιούχων υπομηχανικών και άλλα τινά τα οποία δεν συγκράτησα. Τούτοι, στο επιχείρημα των άλλων περί «βρώμικης κιλοβατώρας» αντέτειναν το γνωστό περί «φθηνής κιλοβατώρας» και μάλιστα όχι απλά φθηνή αλλά η φθηνότερη στην Ευρώπη.
Είναι βέβαιο ότι τις σημερινές αναγνωριστικές βολές θα ακολουθήσουν κανονικές εχθροπραξίες. Είναι επίσης βέβαιο ότι οι μπαρουτοκαπνισμένοι και έμπειροι συνδικαλιστές της ΔΕΗ δεν θα έχουν ενδοιασμούς να σταθούν απέναντι στη νεαρή υπουργό εάν προσπαθήσει να επέμβει στα χωράφια της ΔΕΗ χωρίς τη σύμφωνη γνώμη τους. Το έχουν αποδείξει πολλές φορές στο παρελθόν και αυτό το γνωρίζουν καλά όσοι βρίσκονται κοντά στο κυβερνών κόμμα και την εσωτερική του ιστορία.
Δεν είναι ούτε αβάσιμη ούτε χωρίς λόγο ούτε χωρίς παρελθόν η σύγκρουση ανάμεσα σε οικολογικές οργανώσεις και τους συνδικαλιστές της ΔΕΗ και η κλιμάκωσή της είναι βέβαιη. Βέβαιη όμως πρέπει να θεωρείται και η εμπλοκή του ΥΠΕΚΑ σ’ αυτή τη διαμάχη όποια θέση κι αν τελικά πάρει απέναντι στα φλέγοντα ζητήματα της ενέργειας.
Το ζήτημα του ενεργειακού χάρτη της χώρας είναι μείζον. Η ανάγκη για ενεργειακή αυτοτέλεια δεν είναι απλά μια ιδεοληψία αλλά μπορεί να αναχθεί σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας ή εθνικής αυτοτέλειας. Το σταυρόλεξο που καλείται να λύσει το επιτελείο της υπουργού δεν είναι για εύκολους λύτες. Πρέπει να ενισχύσει την ενεργειακή ανεξαρτησία της χώρας από τη μια χωρίς συμβιβασμούς σε ζητήματα υγείας των πολιτών της και προστασίας του περιβάλλοντος από την άλλη. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να έχει πάντα υπόψη της τις υποχρεώσεις της χώρας για συμμόρφωση στο κοινοτικό δίκαιο. Έτσι, για παράδειγμα, οι επιταγές για υγιή ανταγωνισμό ανάμεσα σε επιχειρήσεις - μετά την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας – επιβάλουν την αναλογική πρόσβαση όλων των «παικτών» στις πηγές παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι πρόσβαση στο λιγνίτη της χώρας θα πρέπει να έχουν και ιδιώτες. Η προηγούμενη κυβέρνηση επέλεξε να παραχωρήσει σε αυτούς νέα κοιτάσματα στη Δράμα, στην Ελασσόνα και στη Φλώρινα. Η κίνηση αυτή βρήκε αντίθετους τόσο τους συνδικαλιστές της ΔΕΗ όσο και τις οικολογικές οργανώσεις, τον καθένα για διαφορετικούς λόγους. Δεν βρήκε όμως αντίθετες τις τοπικές κοινωνίες. Τουλάχιστον όχι στο σύνολό τους. Η παρούσα κυβέρνηση τι θα επιλέξει να πράξει; Ποιους θα δυσαρεστήσει; Θα βρει τον τρόπο να αποφύγει το σκόπελο;
Κι αν τα καταφέρει, θα είναι μόνο για λίγο. Μέχρι να πέσει πάνω στον επόμενο. Κι αυτός μπορεί να έχει το όνομα του ειδικού χωροταξικού για τις ανανεώσιμες, μπορεί να έχει αυτό της επέκτασης των λιγνιτικών μονάδων μπορεί όμως να έχει κι αυτό της πυρηνικής ενέργειας. Ίδωμεν. Η κυρία Μπιρμπίλη δείχνει έτοιμη για συγκρούσεις, δείχνει να τα βγάζει πέρα σε μάχες, μένει να δοκιμαστούν οι αντοχές της στη διάρκεια και στις πολυμέτωπες επιθέσεις. Εύχομαι να τα καταφέρει.

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 29 Νοέμβρη 2009

.

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Ποτίστε με το Άσωτο νερό του Αχελώου


Ο Βάιος είναι παντού. Σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας, σε όλες τις τάξεις και τα στρώματα, σε όλα τα επαγγέλματα. Ο Βάιος είναι ιδεολογία, είναι πρακτική, είναι σύστημα. Το σύστημα «Βάιος» είναι κυρίαρχο στην Ελληνική πραγματικότητα. Το βλέπεις παντού, το ακούς παντού, το βιώνεις παντού. Οι οπαδοί του συστήματος Βάιος έχουν κωδικούς αναγνώρισης μεταξύ τους. Συνθηματικά. Κάθε φορά που ακούς : «έλα μωρέ τώρα», «θα τα βρούμε φιλαράκι», «ωχ αδερφέ», «έχω ένα φίλο, που έχει έναν συμπέθερο που ξέρει τον τάδε», «που είναι το κράτος, ρε» - ή παρόμοιες εκφράσεις που περιέχουν τη λέξη κράτος - ξέρεις ότι έχεις μπροστά σου ένα μέλος του συστήματος Βάιος.
Κι ο «δήμαρχος» παντού είναι. Ειλικρινά δεν ξέρω – κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πια – ποιος γέννησε ποιον: ο Βάιος το «δήμαρχο ή ο δήμαρχος τον Βάιο; Το γεγονός είναι ότι όπου υπάρχει εξουσία, φυτρώνει μέσα της κι ένας δήμαρχος. Λες κι είναι αδύνατο να ευδοκιμήσει άλλο φρούτο στο χώμα της εξουσίας παρέξ αυτό του δημάρχου. Δήμαρχος και Βάιος πάνε πακέτο. Δυό γρανάζια απαραίτητα να κινηθεί η μηχανή. Ένα να λείψει, το οικοδόμημα καταρρέει, κι αυτό το ξέρουν κι οι δυό γι’ αυτό φροντίζουν κι ο ένας συντηρεί τον άλλον. Σιαμαίοι, δεμένοι στη ζωή και στο θάνατο και – οι μπαγάσηδες! – ξέρουν να γαντζώνονται στη ζωή.
Το σύστημα «Βάιος» έχει πρόσωπο, έχει εικόνα. Το βλέπουμε στα σπίτια που χτίζουμε, στις πόλεις που φτιάχνουμε, στη διασκέδαση, στα σχολεία, στις υπηρεσίες, στον τρόπο που επιχειρούμε, που σχετιζόμαστε. Είναι παντού. Είναι δύσκολο να κρατηθείς μακριά του. Είναι κατόρθωμα να μη σε καταπιεί.
Δεν πιστεύω στη μαζική ευθύνη. Δεν φταίμε όλοι για την επικράτηση του Βάιου στην κοινωνία. Τουλάχιστο δεν φταίμε όλοι το ίδιο. Η καλλιέργεια μαζικής ενοχής είναι αυτή που τρέφει το σύστημα «Βάιος» γιατί φέρνει μοιρολατρία, καταστροφολογία, παραίτηση. Η μαζική ενοχή κάνει τον «εχθρό» αόρατο, καθώς αυτός γίνεται πανταχού παρών. Ο αδύναμος κρίκος στο σύστημα Βάιος είναι ο δήμαρχος γιατί αυτός «παιδεύει», διαμορφώνει κοινωνίες, νομοθετεί, άρχει. Δεν φταίνε όλοι, δεν φταίμε όλοι. Μη μασάτε! Η μαζική ενοχή είναι το αυγό μέσα από το οποίο ξαναγεννιέται το σύστημα.
Η εικόνα του Ασώτου που είδατε στα προηγούμενα κείμενα και οι πιο πολλοί αναγνωρίσατε, είναι μια μόνο έκφανση του συστήματος Βάιος. Τον Βάιο θα τον βρείτε κι αλλού, θα τον βρείτε παντού. Αφορμή για να γραφτεί στάθηκε το ζήτημα της εκτροπής του Αχελώου και η «λογική» που στήθηκε γύρω από αυτήν. Μια δεύτερη ανάγνωση κάτω από αυτό το πρίσμα κάνει φανερές τις αναλογίες. Βέβαια, για τις ανάγκες της μυθοπλασίας, η υπερβολή ήταν παρούσα σε όλο το κείμενο. Είναι κάτι που έκανα ηθελημένα για να τονίσω το πρόβλημα. Γιατί πρόβλημα είναι που πρέπει να λυθεί. Αν αφήσουμε να το λύσει το σύστημα Βάιος, χαθήκαμε.

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

Του Ασώτου μέρη 1ο 2ο και 3ο


Ο Βάιος…
Εργαζόμενος στο δημόσιο, κηπουρός, αλλά κάνει δουλειά γραφείου. Ο μισθός και τα λογής επιδόματα φτάνουν κοντά στα 1300 ευρά το μήνα. Με τα νοίκια από κάτι χωραφάκια, ένα σπιτάκι - κληρονομιά της άκληρης της θειάς - με κάτι μεροκάματα μαύρα, με τα «τυχερά» - έχει τον τρόπο του - της υπηρεσίας, τα εκτός έδρας, τις υπερωρίες, συμπληρώνει το εισόδημά του. Πόσα φτάνει; Κανείς δεν ξέρει. Ο ίδιος δεν λέει.
Λέει όμως πως «δεν βγαίνει». Οι ανάγκες βλέπεις… Σ’ αυτό ο Βάιος είναι ξεκάθαρος: «Το ρεύμα, το νερό, το τηλέφωνο, η nova, τα κινητά, τα ψώνια, τα φροντιστήρια, το ντύσιμο, τα προσωπικά, η έξοδος – βρε αδερφέ! -, τσιγάρα, καφέδες, τσίπουρα, η ασφάλεια, τα τέλη κυκλοφορίας, τα καύσιμα για τα’ αυτοκίνητα της οικογένειας… μη σου πω 5 χιλιάρικα το μήνα».
Ο Βάιος όπου σταθεί, φωνάζει: «δε βγαίνω, ρε! Πού είναι το κράτος; Δεν υπάρχει κράτος! Θέλω αύξηση!»
Την προσδιορίζει την αύξηση ο Βάιος: «Βγάζω 1300, μου λείπουν άλλα τρία για να καλύψω τις ανάγκες μου, δώστε μου τουλάχιστον τα μισά» Πως μπορείς να αντιπαλέψεις τα επιχειρήματα του Βάιου; Δεν βγαίνει ο άνθρωπος. Δεν του φτάνουν να καλύψει τις ανάγκες του. Βέβαια, το ύψος των αναγκών του το προσδιορίζει μόνος του. Ούτε κουβέντα να κόψει τη nova, ούτε συζήτηση να μειώσει τα τσίπουρα, ούτε λόγος να αλλάξει αυτοκίνητο: «που να πας χωρίς το διπλοκάμπινο;»
Κι έρχεται ο προϊστάμενος, ο δήμαρχος σα να λέμε, και λέει: «Εσένα ρε Γιάννο σου περισσεύουν λεφτά. Δεν είσαι πολυέξοδος, συμμαζεμένος είσαι, όλο σπίτι γραφείο – γραφείο σπίτι. Και το σεϊσέντο, τι καίει; Θα σου μειώσω το μισθό, θα πάρω κι από κάνα δυό άλλους για να καλύψει τις ανάγκες του ο Βάιος». Κάγκελο ο Γιάννος!

Τον γνωρίζω τον Βάιο. Γνωριμία του τσιπουράδικου, απ’ αυτές τις στενές κι απόλυτα ξένες. Έχω ακούσει τον «πόνο του» δεκάδες φορές: «Δεν βγαίνω ρε φίλε!». Μόνιμα χρεωμένος αλλά τα γούστα – γούστα. Πάντα ακριβά. Να κεράσματα, να μπουκάλια στα σκυλάδικα «για το μωρό απέναντι με το ξώβυζο», να σούρτα, να φέρτα… Το «διπλοκάμπινο» το ξέρουν σ΄ όλα τα κωλόμπαρα. Δεν υπάρχει δίμετρο αλλοδαπό να μην τον φωνάζει με τ’ όνομά του σε ακτίνα 100 χιλιομέτρων.
- Βάιο, του λέω, ξοδεύεις πολλά γι’ αυτό δεν βγαίνεις.
- Φιλαράκι, να μου δώσουν αύξηση, να μου χαρίσουν το δάνειο, να βρουν τρόπο, να μπω στο ΕΣΠΑ, να τα πάρω κι εγώ. Έχω ανάγκες ρε. Έτσι δε λέτε εσείς οι αριστεροί; «Ο καθένας σύμφωνα με τις ανάγκες του», δε λέτε;
Ακαταμάχητο το επιχείρημα του Βάιου.
Είχε και κάτι μετρητά από τη μάνα του, λίγα περισσότερα προίκα της Σούλας, τ’ απόσωσε κι αυτά για να μπει συνεταίρος «σε ντιλιβεράδικο» (γκαβά λεφτά, έλεγε) αλλά έπεσε έξω.

Ο δήμαρχος…
Συχωριανός του Βάιου. Τον έχει στήριγμα. Ρουφιάνος, δεξί χέρι, χειροκροτητής, τσαμπουκάς, ψηφοφόρος, κομματάρχης. Ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Του έταξε λεφτά, θα τα βρει. Για τον Βάιο… Τις έκανε τις επαφές, τη στρώνει τη δουλειά, σπρώχνει από εδώ, τραβά από εκεί, το ρεγουλάρει το θέμα. Κατάφερε και μάζεψε τις υπογραφές μέχρι που οι υπόλοιποι ξεσηκώθηκαν. Πρώτ’ απ’ όλους ο Γιάννος. Συνάδελφος του Βάιου, στο ίδιο γραφείο… Αυτουνού του περισσεύανε, αλλά - βρε αδερφέ - τις υπερωρίες, τα εκτός έδρας, τα τυχερά όλα στον Βάιο; Ακόμα και δάνειο άτοκο της υπηρεσίας πήρε ο Βάιος κι αυτός τίποτα. Δικά του λεφτά μασούσε «ο αχόρταγος», έτσι τον έλεγε τον Βάιο ο Γιάννος. Πήγε στον επόπτη, στο συνδικάτο, στο Νομάρχη, ακόμα και στην Αθήνα στα κεντρικά έφτασε, κατάφερε να κλείσει προσωρινά τις βάνες της υπηρεσίας προς τον αχόρταγο…

Τότε άρχισαν τα όργανα.. Η υπηρεσία χωρίστηκε στα δυό: οι μεν με τον Βάιο οι άλλοι με το Γιάννο. Όχι ότι είχαν κοινά κίνητρα ούτε κοινά επιχειρήματα, όχι! Ο καθείς για τους λόγους του. Άλλος γιατί η νοοτροπία «Βάιος» μπορούσε να καλύψει και το δικό του βόλεμα, άλλος για να τά ’χει καλά με το δήμαρχο, άλλος για να γλείψει κι αυτός κάνα κόκαλο, να σου πως σχηματίζεται η παρέα του Βάιου. Το ίδιο κι απ’ την άλλη μεριά: ποικιλόχρουν και πολύτροπο ακροατήριο. Στο τέλος μπερδεύτηκε και το πόπολο κι ακολουθούσε σαν πρόβατο τους «ταγούς» του.
Οι πολιτικάντηδες, αυτοί που αρέσκονται να τους αποκαλούν «αιρετοί» - μάλλον σε αντιδιαστολή με τους «εξαίρετους» - βρήκαν ακροατήριο έτοιμο και ψήφους μαζεμένους. Οι Βαϊκοί και οι Γιαννικοί.. Κι ανάμεσα η λογική χαμένη. Ακολούθησαν οι άνθρωποι των γραμμάτων και των επιστημών. Εκεί να δείτε αλαλούμ. Χλιμίντζουρες που τους τρέχουν τα σάλια μπροστά στο μικρόφωνο των «μέσων», πειναλέοι που σου βγάζουν ό,τι αποτέλεσμα θέλεις μέσα από «έρευνες» και «μελέτες», αυλοκόλακες και μόνιμοι κάτοικοι των προθαλάμων του δημαρχείου για μια θέση, μια χρηματοδότηση, μια μελέτη. Επιστημονικές απόψεις «αλά κάρτ». Τεκμηρίωση με την λογική «έχω την αίσθηση». Κι εγώ την έχω ρε φίλε, αλλά δεν την βγάζω σε δημόσια θέα…


Τέλος, απέκτησε και ιδεολογικό υπόβαθρο (απαραίτητο!) η διαμάχη. Ποικιλόχρουν επίσης. Τα πάντα όλα! Λαϊκή εξουσία, αντίσταση στα μονοπώλια, αναδιανομή του πλούτου, ικανοποίηση του αισθήματος δικαίου, ανήκομεν εις την δύσην, είμεθα έθνος ανάδελφον και λοιπαί βαρύγδουπαι μπούρδαι …

Κι η λογική χαμένη.

Τι λέει η λογική; Ότι όποιος δανείζει σε σπάταλο, πετάει τα λεφτά του. Ότι οι ανάγκες είναι μια πολύ υποκειμενική παράμετρος για να μετρηθεί, ότι ο δημόσιος κορβανάς – ο εθνικός πλούτος – είναι ιερός… πράγματα αυτονόητα και αυταπόδεικτα.

Αλλά, είπαμε… η λογική είναι χαμένη

Κι οι βάνες των χρημάτων προς τον Βάιο, πότε άνοιγαν – πότε έκλειναν… το γεφύρι της Άρτας σε νέα έκδοση..

Χρόνια κρατάει το έργο… Δήμαρχοι έρχονται και παρέρχονται, όλοι προσκυνούν το καθεστώς του Βάιου… Διότι με σημαία «λεφτά στο Βάιο» εκλέχτηκαν όλοι. Η κυρίαρχη ιδεολογία : δικαίωση της αρπαχτής, της προχειρότητας, της ασυδοσίας. Το μέσον αναρρίχησης έγινε σκοπός της εξουσίας. Ο φορέας ταυτίστηκε με το φορτίο και το φορτίο κατάπιε τον φορέα. Στο τέλος, ο Βάιος κυβερνά. Και κανείς δεν το συνειδητοποίησε…

Τι κι αν κάποιοι φωνάζουν ότι:

Δεν δίνεις σε κάποιον με τρύπιες τσέπες να σου φυλάξει λεφτά
Δεν δίνεις τα λεφτά των άλλων σε κάποιον που δεν ξέρει να κουμαντάρει τα δικά του
Οι ανάγκες καθορίζονται από τα διαθέσιμα μέσα και όχι το ανάποδο.



Να τα πάρει ρε παιδιά ο Βάιος τα λεφτά του, αφού πρώτα:

Μάθει να κάνει οικονομία
Ξαναδεί τις ανάγκες του. Δεν θα πληρώνουν όλοι τα …. τις σεξουαλικές του επιθυμίες


Τότε, να δούμε πραγματικά πόσα του λείπουν κι ανάλογα να κινηθούμε.


Αύριο, το ηθικό δίδαγμα και το ...ζουμί της υπόθεσης

.

... Του Ασώτου μέρος 2ο


Λίγα λόγια για το προηγούμενο :
"...… Αυτουνού του περισσεύανε, αλλά - βρε αδερφέ - τις υπερωρίες, τα εκτός έδρας, τα τυχερά όλα στον Βάιο; Ακόμα και δάνειο άτοκο της υπηρεσίας πήρε ο Βάιος κι αυτός τίποτα. Δικά του λεφτά μασούσε «ο αχόρταγος», έτσι τον έλεγε τον Βάιο ο Γιάννος. Πήγε στον επόπτη, στο συνδικάτο, στο Νομάρχη, ακόμα και στην Αθήνα στα κεντρικά έφτασε, κατάφερε να κλείσει προσωρινά τις βάνες της υπηρεσίας προς τον αχόρταγο…"

...

Τότε άρχισαν τα όργανα.. Η υπηρεσία χωρίστηκε στα δυό: οι μεν με τον Βάιο οι άλλοι με το Γιάννο. Όχι ότι είχαν κοινά κίνητρα ούτε κοινά επιχειρήματα, όχι! Ο καθείς για τους λόγους του. Άλλος γιατί η νοοτροπία «Βάιος» μπορούσε να καλύψει και το δικό του βόλεμα, άλλος για να τά ’χει καλά με το δήμαρχο, άλλος για να γλείψει κι αυτός κάνα κόκαλο, να σου πως σχηματίζεται η παρέα του Βάιου. Το ίδιο κι απ’ την άλλη μεριά: ποικιλόχρουν και πολύτροπο ακροατήριο. Στο τέλος μπερδεύτηκε και το πόπολο κι ακολουθούσε σαν πρόβατο τους «ταγούς» του.
Οι πολιτικάντηδες, αυτοί που αρέσκονται να τους αποκαλούν «αιρετοί» - μάλλον σε αντιδιαστολή με τους «εξαίρετους» - βρήκαν ακροατήριο έτοιμο και ψήφους μαζεμένους. Οι Βαϊκοί και οι Γιαννικοί.. Κι ανάμεσα η λογική χαμένη. Ακολούθησαν οι άνθρωποι των γραμμάτων και των επιστημών. Εκεί να δείτε αλαλούμ. Χλιμίντζουρες που τους τρέχουν τα σάλια μπροστά στο μικρόφωνο των «μέσων», πειναλέοι που σου βγάζουν ό,τι αποτέλεσμα θέλεις μέσα από «έρευνες» και «μελέτες», αυλοκόλακες και μόνιμοι κάτοικοι των προθαλάμων του δημαρχείου για μια θέση, μια χρηματοδότηση, μια μελέτη. Επιστημονικές απόψεις «αλά κάρτ». Τεκμηρίωση με την λογική «έχω την αίσθηση». Κι εγώ την έχω ρε φίλε, αλλά δεν την βγάζω σε δημόσια θέα…


Τέλος, απέκτησε και ιδεολογικό υπόβαθρο (απαραίτητο!) η διαμάχη. Ποικιλόχρουν επίσης. Τα πάντα όλα! Λαϊκή εξουσία, αντίσταση στα μονοπώλια, αναδιανομή του πλούτου, ικανοποίηση του αισθήματος δικαίου, ανήκομεν εις την δύσην, είμεθα έθνος ανάδελφον και λοιπαί βαρύγδουπαι μπούρδαι …

Κι η λογική χαμένη.

Τι λέει η λογική; Ότι όποιος δανείζει σε σπάταλο, πετάει τα λεφτά του. Ότι οι ανάγκες είναι μια πολύ υποκειμενική παράμετρος για να μετρηθεί, ότι ο δημόσιος κορβανάς – ο εθνικός πλούτος – είναι ιερός… πράγματα αυτονόητα και αυταπόδεικτα.

Αλλά, είπαμε… η λογική είναι χαμένη

Κι οι βάνες των χρημάτων προς τον Βάιο, πότε άνοιγαν – πότε έκλειναν… το γεφύρι της Άρτας σε νέα έκδοση..

… Συνεχίζεται ….

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

... Του Ασώτου μέρος 1ο


Ο Βάιος…
Εργαζόμενος στο δημόσιο, κηπουρός, αλλά κάνει δουλειά γραφείου. Ο μισθός και τα λογής επιδόματα φτάνουν κοντά στα 1300 ευρά το μήνα. Με τα νοίκια από κάτι χωραφάκια, ένα σπιτάκι - κληρονομιά της άκληρης της θειάς - με κάτι μεροκάματα μαύρα, με τα «τυχερά» - έχει τον τρόπο του - της υπηρεσίας, τα εκτός έδρας, τις υπερωρίες, συμπληρώνει το εισόδημά του. Πόσα φτάνει; Κανείς δεν ξέρει. Ο ίδιος δεν λέει.
Λέει όμως πως «δεν βγαίνει». Οι ανάγκες βλέπεις… Σ’ αυτό ο Βάιος είναι ξεκάθαρος: «Το ρεύμα, το νερό, το τηλέφωνο, η nova, τα κινητά, τα ψώνια, τα φροντιστήρια, το ντύσιμο, τα προσωπικά, η έξοδος – βρε αδερφέ! -, τσιγάρα, καφέδες, τσίπουρα, η ασφάλεια, τα τέλη κυκλοφορίας, τα καύσιμα για τα’ αυτοκίνητα της οικογένειας… μη σου πω 5 χιλιάρικα το μήνα».
Ο Βάιος όπου σταθεί, φωνάζει: «δε βγαίνω, ρε! Πού είναι το κράτος; Δεν υπάρχει κράτος! Θέλω αύξηση!»
Την προσδιορίζει την αύξηση ο Βάιος: «Βγάζω 1300, μου λείπουν άλλα τρία για να καλύψω τις ανάγκες μου, δώστε μου τουλάχιστον τα μισά» Πως μπορείς να αντιπαλέψεις τα επιχειρήματα του Βάιου; Δεν βγαίνει ο άνθρωπος. Δεν του φτάνουν να καλύψει τις ανάγκες του. Βέβαια, το ύψος των αναγκών του το προσδιορίζει μόνος του. Ούτε κουβέντα να κόψει τη nova, ούτε συζήτηση να μειώσει τα τσίπουρα, ούτε λόγος να αλλάξει αυτοκίνητο: «που να πας χωρίς το διπλοκάμπινο;»
Κι έρχεται ο προϊστάμενος, ο δήμαρχος σα να λέμε, και λέει: «Εσένα ρε Γιάννο σου περισσεύουν λεφτά. Δεν είσαι πολυέξοδος, συμμαζεμένος είσαι, όλο σπίτι γραφείο – γραφείο σπίτι. Και το σεϊσέντο, τι καίει; Θα σου μειώσω το μισθό, θα πάρω κι από κάνα δυό άλλους για να καλύψει τις ανάγκες του ο Βάιος». Κάγκελο ο Γιάννος!

Τον γνωρίζω τον Βάιο. Γνωριμία του τσιπουράδικου, απ’ αυτές τις στενές κι απόλυτα ξένες. Έχω ακούσει τον «πόνο του» δεκάδες φορές: «Δεν βγαίνω ρε φίλε!». Μόνιμα χρεωμένος αλλά τα γούστα – γούστα. Πάντα ακριβά. Να κεράσματα, να μπουκάλια στα σκυλάδικα «για το μωρό απέναντι με το ξώβυζο», να σούρτα, να φέρτα… Το «διπλοκάμπινο» το ξέρουν σ΄ όλα τα κωλόμπαρα. Δεν υπάρχει δίμετρο αλλοδαπό να μην τον φωνάζει με τ’ όνομά του σε ακτίνα 100 χιλιομέτρων.
- Βάιο, του λέω, ξοδεύεις πολλά γι’ αυτό δεν βγαίνεις.
- Φιλαράκι, να μου δώσουν αύξηση, να μου χαρίσουν το δάνειο, να βρουν τρόπο, να μπω στο ΕΣΠΑ, να τα πάρω κι εγώ. Έχω ανάγκες ρε. Έτσι δε λέτε εσείς οι αριστεροί; «Ο καθένας σύμφωνα με τις ανάγκες του», δε λέτε;

Ακαταμάχητο το επιχείρημα του Βάιου.
Είχε και κάτι μετρητά από τη μάνα του, λίγα περισσότερα προίκα της Σούλας, τ’ απόσωσε κι αυτά για να μπει συνεταίρος «σε ντιλιβεράδικο» (γκαβά λεφτά, έλεγε) αλλά έπεσε έξω.

Ο δήμαρχος…
Συχωριανός του Βάιου. Τον έχει στήριγμα. Ρουφιάνος, δεξί χέρι, χειροκροτητής, τσαμπουκάς, ψηφοφόρος, κομματάρχης. Ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Του έταξε λεφτά, θα τα βρει. Για τον Βάιο… Τις έκανε τις επαφές, τη στρώνει τη δουλειά, σπρώχνει από εδώ, τραβά από εκεί, το ρεγουλάρει το θέμα. Κατάφερε και μάζεψε τις υπογραφές μέχρι που οι υπόλοιποι ξεσηκώθηκαν. Πρώτ’ απ’ όλους ο Γιάννος. Συνάδελφος του Βάιου, στο ίδιο γραφείο… Αυτουνού του περισσεύανε, αλλά - βρε αδερφέ - τις υπερωρίες, τα εκτός έδρας, τα τυχερά όλα στον Βάιο; Ακόμα και δάνειο άτοκο της υπηρεσίας πήρε ο Βάιος κι αυτός τίποτα. Δικά του λεφτά μασούσε «ο αχόρταγος», έτσι τον έλεγε τον Βάιο ο Γιάννος. Πήγε στον επόπτη, στο συνδικάτο, στο Νομάρχη, ακόμα και στην Αθήνα στα κεντρικά έφτασε, κατάφερε να κλείσει προσωρινά τις βάνες της υπηρεσίας προς τον αχόρταγο…

Συνεχίζεται...


Σημείωση: παραβολή είναι, υπερβολές έχει αλλά έχει και ηθικό δίδαγμα. κάντε λιγάκι υπομονή

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009

Οικολογία και πολιτική


Συχνά, σε συζητήσεις με ανθρώπους όλων των πολιτικών αποχρώσεων, γίνομαι δέκτης απόψεων που όλες πηγάζουν από τη θέση ότι η ενασχόληση με περιβαλλοντικά ζητήματα είναι μόδα και όλες επίσης καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα: τα περιβαλλοντικά ζητήματα δεν είναι πολιτικά. Η ίδια σκέψη, τουλάχιστον σε ότι αφορά το σκέλος της μόδας, εκφράστηκε και από τον πρώην υπουργό ΠΕΧΩΔΕ και στέλεχος της απελθούσης κυβέρνησης Γιώργο Σουφλιά κατά την τελετή παράδοσης του υπουργείου στην Τίνα Μπιρμπίλη.
Η αναφορά στη μόδα από τον κ. Σουφλία μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στην πικρία του από την ταπεινωτική εκλογική ήττα που οφείλεται και σε δικές του επιλογές, αλλά και στο γεγονός ότι αναγκάστηκε να παραδώσει ένα κομμάτι του υπουργείου του, αυτό του περιβάλλοντος, σε μια γυναίκα, οικολόγο, ακτιβίστρια και αντισυμβατική. Αναγκάστηκε να παραδώσει το κομμάτι που ποτέ δεν κατάλαβε γιατί υπήρχε στον τίτλο του υπουργείου. Βέβαια, την άποψη του κ. Σουφλιά για το περιβάλλον την βιώσαμε με το χειρότερο τρόπο την πενταετία της παντοδυναμίας του. Αυτό που με αποσχολεί, και που στάθηκε αφορμή για το σημερινό μου σημείωμα, είναι ότι μαζί του συμφωνεί μια μεγάλη μερίδα πολιτών και πολιτικών της χώρας μας.
Ίσως να κρύβεται μεγάλη δόση αλήθειας στην άποψη ότι το μεγαλύτερο κομμάτι των πολιτικών έχει εντάξει στη ρητορική του φιλοπεριβαλλοντικές εκφράσεις απλά για ψηφοθηρικούς λόγους και επειδή αυτό επιτάσσει το κυρίαρχο κοινωνικό ρεύμα. Καθόλου όμως δεν αληθεύει ότι τα περιβαλλοντικά προβλήματα δεν είναι πολιτικά. Είναι αρκετή μια απλή επισκόπηση του θέματος για να το διαπιστώσει κανείς.
Τα περιβαλλοντικά προβλήματα έχουν μια χαρακτηριστική επιλεκτικότητα. Οι κοινωνίες, οι κρατικές οντότητες, τα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται κυρίως και αντιμετωπίζουν άμεσα τα συνακόλουθα προβλήματα της περιβαλλοντικής κρίσης είναι ο «τρίτος κόσμος» σε παγκόσμιο επίπεδο, οι φτωχογειτονιές, σε επίπεδο κράτους, τα λαϊκά στρώματα σε επίπεδο κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Θυμηθείτε τους νεκρούς, τους στιγματισμένους, τους χρόνια ασθενείς του ατυχήματος της Μποπάλ, τους μετανάστες-πρόσφυγες λόγω ρύπανσης των υδάτων, τους κατοίκους των βιομηχανικών προαστίων ή των υποβαθμισμένων γειτονιών. Αναλογιστείτε πόσες πιθανότητες έχει να επιλεγεί η Νέα Σμύρνη στη Λάρισα για επιχείρηση δενδροφύτευσης και πόσες μια άλλη περιοχή. Σκεφθείτε που στέλνουμε τις ενοχλητικές δραστηριότητες, σκεφθείτε που πετάμε τα σκουπίδια μας και θα γίνει ξεκάθαρο ότι τα περιβαλλοντικά προβλήματα πλήττουν πρώτα και σκληρότερα τους «μη προνομιούχους». Αναλογιστείτε που καταλήγουν ή που θάβονται τα τοξικά απόβλητα της αναπτυγμένης δύσης.
Όσο εντείνονται τα περιβαλλοντικά προβλήματα τόσο πιο ευδιάκριτη θα γίνεται αυτή η επιλεκτικότητα. Ας μη βιαστούν κάποιοι να διαφωνήσουν. Άσχετα με το αν τελικά τις συνέπειες των περιβαλλοντικών εγκλημάτων που συντελέστηκαν, συνειδητά ή μη, τον τελευταίο αιώνα τις βιώνουν ή θα τις βιώσουν όλοι, εκείνοι που πρώτοι επλήγησαν και θα πληρώσουν το βαρύτερο τίμημα είναι οι «φτωχοί», είτε πρόκειται για άτομα είτε για κοινωνικές ομάδες, είτε για κρατικές οντότητες.
Ο πολιτικός όμως χαρακτήρας των οικολογικών προβλημάτων αναδεικνύεται κυρίως στις φιλοσοφίες επίλυσής τους. Συζητάμε, παραδείγματος χάρη, και όλοι συμφωνούν ότι η χώρα μας υποχρεούται να στραφεί στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας τα επόμενα χρόνια. Πως όμως θα το κάνει αυτό; Εάν η πολιτεία επιλέξει αυτή η στροφή να γίνει μόνο μέσα από μεγάλες επενδύσεις και γιγαντιαίες μονάδες είναι φανερό ότι κάνει μια πολιτική επιλογή. Στην ουσία, δίνει μια ευκαιρία στα σημερινά μονοπώλια – ολιγοπώλια να αντικαταστήσουν το γκρι κουστούμι των υδρογονανθράκων με το πράσινο πουκάμισο των ανανεώσιμων πηγών. Μια τέτοια επιλογή δεν αλλάζει σε τίποτα ούτε τον τρόπο ζωής ούτε το μοντέλο ανάπτυξης της χώρας. Εάν όμως η πολιτεία επιλέξει να ανοίξει την αγορά ενέργειας και να δώσει τη δυνατότητα παραγωγής τόσο σε πολίτες ατομικά όσο και σε αυτοδιοικητικούς φορείς ή ομάδες πολιτών, χωρίς να αποκλείει τις μεγάλης κλίμακας επενδύσεις, τέμνει το σύστημα και αναδιανέμει τον παραγόμενο πλούτο. Στην ουσία αλλάζει ή δρομολογεί μακροπρόθεσμες αλλαγές στο ίδιο το πολιτικό σύστημα.
Δεν είναι μόνο η φιλοσοφία που διέπει την επιλογή της λύσης των περιβαλλοντικών προβλημάτων που αποδεικνύει την βαθιά πολιτική φύση της οικολογίας. Ακόμα και η ιεράρχηση των προβλημάτων ή η στάση απέναντι σε αυτά είναι πολιτική επιλογή. Αλήθεια, τι άλλο δείχνει η υιοθέτηση προγραμμάτων ή η χρηματοδότηση εκστρατειών ενημέρωσης για την ανακύκλωση μπαταριών, όταν την ίδια στιγμή επιτρέπεται η καύση pet-coke ή προωθείτε η κατασκευή μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με λιθάνθρακα ή λιγνίτη; Από τη μια, «κοιμίζει» τις περιβαλλοντικές ανησυχίες των πολιτών κι από την άλλη, στέλνει ένα σαφές μήνυμα στους εκλεκτούς του πολιτικού συστήματος ότι τα κέρδη τους είναι εξασφαλισμένα με οποιοδήποτε περιβαλλοντικό κόστος. Επαναλαμβάνω, διότι οι καιροί είναι πονηροί: Κανείς δεν υποτιμά τη σημασία της συλλογής των μπαταριών. Κανείς δεν υποτιμά τα οφέλη ια το περιβάλλον από την ανακύκλωση. Οι επιλογές όμως δράσης και οι προτεραιότητες είναι αυτές που χαρακτηρίζουν την πολιτική τοποθέτηση του καθενός. Εξ’ άλλου, τι είναι η πολιτική παρά η επιλογή του τρόπου αντιμετώπισης ενός προβλήματος;
Είναι φανερό λοιπόν ότι τα περιβαλλοντικά προβλήματα είναι εξόχως πολιτικά. Και η αναφορά σε αυτά δεν είναι– ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να είναι – απλά ένα ρητορικό τέχνασμα άγρας ψήφων, ούτε, φυσικά μια επιταγή των τάσεων της μόδας. Η πράσινη ανάπτυξη είναι κεντρική πολιτική επιλογή που χαρακτηρίζει τη φυσιογνωμία ενός πολιτικού φορέα. Η τοποθέτηση του πολιτικού κόσμου στους φορείς της προόδου ή σε αυτούς της συντήρησης γίνεται ανάλογα με την απάντηση στην επόμενη ερώτηση που θα έπρεπε να είναι: Πράσινη ανάπτυξη, με ποιους και για ποιους;

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 22 Νοέμβρη 2009

.

Ονειρεύομαι μια πόλη


Ονειρεύομαι μια πόλη…
Με ελεύθερους ανοιχτούς χώρους, μέρος της καθημερινότητας των κατοίκων της. Πλατείες, πάρκα, πεζόδρομους, λειτουργικά κατανεμημένους σε ολόκληρο τον ιστό της. Όχι απλά «στοιχεία» διακόσμησης αλλά χώρους δημιουργίας. Εκεί που η γειτονιά δημιουργεί και σφυρηλατεί σχέσεις. Χώρους ζεστούς, φιλόξενους, ανθρώπινους.
Ονειρεύομαι διαδρομές που διαπερνούν την πόλη, διακλαδώνονται σ’ αυτή και ενώνουν τους ελεύθερους χώρους. Σαν αρτηρίες που μεταφέρουν τη ζωή σε κάθε κύτταρο. Διαδρομές πνιγμένες στο πράσινο, με γωνιές για μιαν ανάσα, με ασφαλείς ποδηλατόδρομους. Διαδρομές φιλικές, φωτεινές, ζωντανές.
Ονειρεύομαι μια πόλη που σέβεται τη φύση και δεν επιχειρεί να την καθυποτάξει. Αναγνωρίζει την φυσική ομορφιά και την ξεχωρίζει από την φτιασιδωμένη γυαλιστερή πολυτέλεια. Μια πόλη που σέβεται το παρελθόν της γιατί το γνωρίζει, το αγαπά και το τιμά.
Ονειρεύομαι μια πόλη που φτιάχνει σχολειά που ανασαίνουν. Όχι άψυχα κτίρια πνιγμένα στην άσφαλτο και το μπετόν. Με αίθουσες λουσμένες στο φως του ήλιου, αυλές μεγάλες όπου φυτρώνουν δέντρα και όχι μόνο μπασκέτες και κάγκελα. Όπου οι ώρες βιώνονται και δεν σπρώχνονται από δασκάλους και μαθητές.
Ονειρεύομαι μια πόλη όπου ο πολιτισμός δεν ταυτίζεται με την «εκδήλωση», όπου το «είναι» δεν πνίγεται κάτω από το ασήκωτο βάρος του φαίνεσθαι. Μια πόλη που γεννά, αναθρέφει και αγκαλιάζει δημιουργούς. Μια πόλη που προσκαλεί δημιουργούς και προκαλεί δημιουργίες. Ονειρεύομαι μια πόλη εργαστήρι. Μια πόλη που δεν ντρέπεται.
Ονειρεύομαι μια πόλη που στηρίζει τη γνώση και την έρευνα και στηρίζεται σ’ αυτές. Μια πόλη που δεν φοβάται τις προκλήσεις αλλά δίνει λύσεις. Μια πόλη που στηρίζεται με βεβαιότητα στην ιστορία της και ατενίζει με σιγουριά το μέλλον της.
Ονειρεύομαι μια πόλη που σέβεται τους κατοίκους της και τον εαυτό της. Φιλόξενη και ανοιχτή. Μια πόλη – αγκαλιά. Χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς διακρίσεις. Μια πόλη που αναζητά και στηρίζει την διαφορετικότητα. Μια πόλη όπου λέξεις όπως «πλειοψηφία» και «μειονότητα» δεν έχουν κανένα νόημα.
Ονειρεύομαι μια πόλη βατή κι όχι αδιάβατη. Μια πόλη όπου το αυτοκίνητο είναι μέσο μεταφοράς και εργαλείο, όχι δυνάστης και βιαστής της καθημερινότητας. Μια πόλη – ανάσα. Μια πόλη – φως.
Ονειρεύομαι μια πόλη που δεν σου αρκούν οι μέρες να τη ζήσεις κι όχι που ψάχνεις μέρες να αποδράσεις από αυτή. Ονειρεύομαι μια πόλη ερωτική κι όχι χυδαία, μια πόλη ζωντανή κι όχι κραυγαλέα.
Ονειρεύομαι…
Κάποιοι θα πουν ότι ψάχνω την ουτοπία. Άλλοι πάλι θα πουν πως είμαι ρομαντικός και αιθεροβάμων. Εγώ θα πω ότι το αύριο το φτιάχνουν όσοι ονειρεύονται, και σ’ αυτούς ανήκει. Εγώ θα πω, πως αν υπάρχει ελπίδα βρίσκεται στα όνειρα που ζητούν να γίνουν πράξη. Εγώ θα πω ότι αν δεν αποφασίσουμε να χτίσουμε πέτρα την πέτρα τα όνειρά μας, είμαστε καταδικασμένοι να βιώσουμε τους εφιάλτες μας.

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 22 Νοέμβρη 2009

.

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Σαν το νερό ανάμεσα στα δάχτυλα...


Υπάρχουν ήρωες;

Μικροί και μεγάλοι, εκτός από τα παραμύθια, έχουν ανάγκη και ήρωες. Μερικές φορές οι ήρωες πρωταγωνιστούν στα παραμύθια, άλλες όχι.
Οι ήρωες έχουν κι αυτοί θέση στην εκπαίδευση, την αγωγή (μικρών και μεγάλων). Είναι παραδείγματα προς μίμηση καθώς συγκεντρώνουν σε μεγάλο βαθμό ένα ή περισσότερα προτερήματα που θα θέλαμε να έχουμε. Είναι δυνατοί, θαρραλέοι, γενναίοι, σοφοί, ενάρετοι, δίκαιοι, εφευρετικοί κ.λ.π. και μάλιστα σε μεγάλη ποσότητα.
Στην πορεία του χρόνου, κάποιων ηρώων οι πράξεις διανθίζονται με αρκετά στοιχεία μύθου, άλλων η ζωή είναι μύθος, άλλοι ξεπερνούν τόσο πολύ τα ανθρώπινα ώστε τοποθετούνται κάπου ανάμεσα σε ανθρώπους και θεούς.
Οι περισσότεροι σύγχρονοι ήρωες είναι απλοί άνθρωποι, καθώς η εποχή μας έχει την τάση να απομυθοποιεί παρά να μυθοποιεί.
Έχει λεχθεί ότι υπάρχουν ηρωικές και αντιηρωικές εποχές. Διαφωνώ. Κάθε εποχή και κάθε κοινωνία έχει τους ήρωές της. Τους ήρωες σε αριθμό και ποιότητα που έχει ανάγκη.
Υπάρχουν όμως πραγματικά ήρωες; Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι είναι πάντα γενναίοι και ενάρετοι, των οποίων οι πράξεις είναι πάντα σοφές ή δίκαιες;
Άποψή μου είναι ότι δεν υπάρχουν ήρωες. Υπάρχουν μόνο ηρωικές πράξεις που εκτελούνται από συνηθισμένους ανθρώπους οι οποίοι κάτω από ορισμένες συνθήκες αίρονται πάνω από τον εαυτό τους κι από ομάδες ή σύνολα ανθρώπων, κάνοντας κάτι ξεχωριστό, ιδιαίτερο, ασυνήθιστο.

Δίπλα στο ξεχωριστό, ιδιαίτερο, ασυνήθιστο βάλτε και "Γενναίο" ή και "Ωραίο", κι έχετε την εικόνα της πράξης των ηρώων που πριν 36 Νοέμβρηδες σηκώθηκαν πάνω από τον ίδιο τον εαυτό τους. Για να τους βλέπει από μακριά η ιστορία.

Όλοι οι άνθρωποι είναι ικανοί για ηρωικές πράξεις.

Μια μικρή σημείωση, με μια μικρή προσθήκη, που πρωτοδημοσιεύθηκε στο facebook στις 9/7/2009 αλλά που ταιριάζει στη μέρα και στις συζητήσεις για τους πρωταγωνιστές ή τους συμμέτοχους εκείνης της Ωραίας Ιστορίας του Νοέμβρη του 1973

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2009

Η καταθλιπτική καθημερινότητα της πόλης


Πριν μερικές μέρες επικοινώνησε μαζί μου μια ευγενέστατη κυρία και ζήτησε τη βοήθειά μου σε κάποιο πρόβλημα της γειτονιάς της. Μιλώντας με πάθος αλλά χωρίς ένταση, μου ανέφερε το γεγονός. Συγκεκριμένα, εδώ και δεκαετίες, η νότια πλευρά της πλατείας Εβραίων μαρτύρων στη Λάρισα, χρησιμοποιείται σαν αφετηρία λεωφορείων του Αστικού ΚΤΕΛ. Μια λύση η οποία – όπως η ίδια με πληροφόρησε – είχε επιλεγεί ως προσωρινή, έχει γίνει καθεστώς τριακονταετίας και πλέον. «Ξέρετε τι σημαίνει να υπάρχει ένα λεωφορείο μόνιμα παρκαρισμένο κάτω από το παράθυρό σας από τα χαράματα ως αργά το βράδυ κ. Μήτσιου; Και μάλιστα με αναμμένη τη μηχανή; Διότι δεν την σβήνουν σχεδόν ποτέ τη μηχανή. Το χειμώνα τη θέλουν για τη θέρμανση, το καλοκαίρι για τον δροσισμό», μου εξέθετε ήρεμα το πρόβλημά των κατοίκων «Ξέρετε πως είναι να μην τολμάς ν’ ανοίξεις παράθυρο, να βγεις στο μπαλκόνι σου, ν’ απλώσεις τη μπουγάδα σου βρε αδερφέ;»
Δεν ξέρω καλή μου κυρία και, να με συμπαθάτε, δεν θέλω να το διαπιστώσω. Δεν θα ήθελα έπ’ ουδενί να είμαι στη θέση σας. Είναι, τελικά, τραγικό το πώς επιβεβαιώνονται ρήσεις όπως αυτή που λέει «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού». Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μας αλλά το πώς μια πολιτεία ή μια κοινωνία μπορεί να κάνει αβίωτη τη ζωή των πολιτών – μελών της. Μια πολιτεία που θα έπρεπε να φροντίζει για το αξιοβίωτο της καθημερινότητας, οδηγεί την ψυχική και σωματική υγεία των μελών της στα άκρα.
Υπάρχουν δεκάδες παρόμοιες «ιστορίες καθημερινής τρέλας» που αφορούν πόλεις σαν τη Λάρισα και που ταλανίζουν τους κατοίκους των. Να σας θυμίσω, για παράδειγμα, την ιστορία των κατοίκων που ζουν δίπλα στις γραμμές του τρένου, εκεί όπου λειτουργεί ο σταθμός ανεφοδιασμού και το κέντρο επισκευής των μηχανών του ΟΣΕ, πάλι στη Λάρισα. Τα επίπεδα των ρύπων πρέπει να χτυπάνε κόκκινο κάποιες ώρες της ημέρας και όλες τις ημέρες του χρόνου. Χώρια τα ζητήματα ασφάλειας που πιθανόν να προκύπτουν από την εγκατάσταση. Υπάρχουν επίσης εκατοντάδες λιγότερο σημαντικές ιστορίες που αγγίζουν την καθημερινότητα όλων μας. Σημαντικές από την άποψη ότι σπάνια τα φώτα της δημοσιότητας πέφτουν πάνω τους. Πάρτε για παράδειγμα την κατάσταση των πεζοδρομίων και των οδοστρωμάτων, ειδικά στις συνοικίες που είναι έστω και ελάχιστα τετράγωνα μακριά από την βιτρίνα του εμπορικού κέντρου. Κάθε προσπάθεια να διασχίσεις – πεζός ή εποχούμενος - τέτοιες περιοχές μετατρέπεται σε αγώνα δρόμου μετ’ εμποδίων. Δεν μιλάμε για ηλικιωμένους ή γενικότερα για ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. Αυτούς, οι ελληνικές πόλεις τους έχουν καταδικάσει σε κατ’ οίκον περιορισμό.
Είναι βέβαιο ότι ο καθένας μας ζει λίγο ή πολύ τον βιασμό της καθημερινότητάς του με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Το χειρότερο είναι ότι τις περισσότερες φορές δεν το συνειδητοποιούμε παρά μόνο αφού το σκεφτούμε: έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ τη λακκούβα στο δρόμο, τα ανύπαρκτα πεζοδρόμια, το θόρυβο, το καυσαέριο, την αυθαιρεσία, την παρανομία, τις ακαλαίσθητες διαφημιστικές πινακίδες, τα τραπεζοκαθίσματα που κλείνουν δρόμους και πεζοδρόμια, τα λογής πανέρια και πάγκους των εμπορικών, τα μηχανάκια στα πεζοδρόμια, τα αυτοκίνητα στους πεζόδρομους, τους ξέχειλους κάδους απορριμμάτων που τίποτα δεν μας κάνει εντύπωση πλέον. Έχουμε μάθει να ζούμε μαζί τους. Αυτό είναι η καταδίκη μας και η κατάντια μας ταυτόχρονα.
Δεν περιορίζεται μόνο στα παραπάνω αυτή η μίζερη καθημερινότητα που θεωρούμε δεδομένη. Πληροφορήθηκα πρόσφατα από καλό μου φίλο για μια παράνομη κατεδάφιση διατηρητέου κτίσματος στο κέντρο του Ναυπλίου. Αλήθεια, πείτε μου, πόσα κτίρια υπάρχουν στο κέντρο της Λάρισας, ή των άλλων Θεσσαλικών πόλεων από αυτά που οι τοίχοι τους περικλείουν την ιστορία και τις μνήμες μιας πόλης; Πόσα έχουν σωθεί από την αντιπαροχή; Πόσα γλίτωσαν από ασεβείς «αξιοποιήσεις» καφετεριούχων; Πόσα μένουν όρθια και αξιοπρεπή; Πολλές φορές αναρωτήθηκα αν μας διακατέχει κάποιο σύνδρομο Μαζικής Εθνικής Ντροπής για την καταγωγή μας: δείχνουμε μια αξιοζήλευτη διάθεση να καταστρέψουμε ο,τιδήποτε θυμίζει το παρελθόν μας, με εξαίρεση τα μνημεία των πολύ μακρινών προγόνων μας. Κι αυτά όχι λόγω γνώσης ή σεβασμού αλλά επειδή αρέσουν στους τουρίστες και μας φέρνουν χρήμα. Δείχνουμε μια διάθεση να διαγράψουμε το παρελθόν μας σαν να μην ήταν ποτέ κομμάτι της ιστορίας μας. Φερόμαστε σαν νεόπλουτοι κι αυτό φαίνεται. Παντού. Στα αυτοκίνητα που οδηγούμε, στα ρούχα που φοράμε, στα σπίτια που χτίζουμε και στις πόλεις που ζούμε. Πόλεις χωρίς χρώμα, παρά μόνο το εφήμερο των ενδυματολογικών μας προτιμήσεων. Πόλεις χωρίς ταυτότητα παρά μόνο αυτή της κυριαρχίας του τσιμέντου, του γυαλιστερού, του κραυγαλέου, του φτηνού. Πόλεις – κακέκτυπα της κουλτούρας της πρωτευούσης. Πόλεις wannabe.
Δεν ξέρω ως που θα μας βγάλει αυτός ο δρόμος που δείχνουμε να τραβάμε ξένοιαστοι. Ξέρω μόνο ότι πρέπει ν’ αλλάξουμε ρότα. Ν’ αλλάξουμε τώρα. Να νοιαστούμε. Για τα παιδιά μας, για τον γείτονά μας, για τον συμπολίτη μας, για την πόλη μας, για το σπίτι μας. Όχι γιατί έχουμε χρέος να το κάνουμε αλλά γιατί δεν έχουμε περιθώρια να πράξουμε διαφορετικά.

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 15 Νοέμβρη 2009

.

Ούτε σταγόνα χαμένη


Δεν με βρίσκουν σύμφωνο αφορισμοί πολιτικών που, στην προσπάθειά τους να δείξουν παραστατικά τις προτάσεις τους, χρησιμοποιούν σαν παραδείγματα την πορεία ή τα επιτεύγματα άλλων χωρών. Κατά καιρούς γίναμε ή θέλαμε να γίνουμε Ιρλανδία, Σουηδία, Δανία. Θα προτιμούσα να είμαστε Ελλάδα. Να χτίσουμε το δικό μας ιδιαίτερο και χαρακτηριστικό πρότυπο.
Αφού όμως κατανοούμε καλύτερα αυτό που βλέπουμε και όχι αυτό που οραματιζόμαστε, ας ακολουθήσουμε τις θετικές πρωτοβουλίες άλλων χωρών.
Διάβαζα πρόσφατα ότι το Βέλγιο και η Ολλανδία υιοθέτησαν νομοθετική ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία σε κάθε νέα οικοδομή, στο πλαίσιο της αειφορικής διαχείρισης των φυσικών πόρων, θα πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για συλλογή και χρήση του νερού της βροχής. Δεν σας κρύβω ότι μελαγχόλησα. Μελαγχόλησα γιατί σε χώρες όπου τα ύψη της ετήσιας βροχόπτωσης είναι κατά πολύ μεγαλύτερα αυτών της χώρας μας και όπου δεν παρατηρούνται έντονα προβλήματα ξηρασίας, νομοθετούν προβλέποντας την ίδια στιγμή που εμείς δεν κάνουμε καμιά προσπάθεια περιορισμού έστω της σπατάλης. Κι όμως, η χώρα μας είχε μακριά και πολύχρονη παράδοση στην συλλογή και χρήση του βρόχινου νερού. Στα κυκλαδίτικα νησιά, στη Μάνη και σε άλλες περιοχές όπου το νερό δεν ήταν ποτέ σε επαρκείς ποσότητες και διαθέσιμο όλες τις εποχές, οι στέρνες συλλογής του βρόχινου νερού για όλες τις χρήσεις ήταν απαραίτητο στοιχείο κάθε σπιτιού. Ακόμα όμως και στην ηπειρωτική χώρα, οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών κατασκεύαζαν στέρνες συλλογής και συγκράτησης των νερών της βροχής και των μικρών επιφανειακών απορροών για να ποτίσουν τους κήπους τους.
Οι πρακτικές αυτές όμως ξεχάστηκαν μπροστά στην ευκολία της μαζικής μεταφοράς και αποθήκευσης τεράστιων ποσοτήτων νερού για τα νησιά ή την εκμηχάνιση και εντατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής που οδήγησε στην εύκολη λύση της προσφυγής στα φαινομενικά ανεξάντλητα αποθέματα υπόγειων νερού. Σήμερα, που οι γνώσεις μας είναι περισσότερες και η κατασπατάληση οδηγεί σε επικίνδυνη έλλειψη ή υποβάθμιση της ποιότητας των υδάτων, είναι καιρός να επιστρέψουμε στο παρελθόν, εξοπλισμένοι με την τεχνολογία και τα μέσα του παρόντος. Με την εγκατάσταση ενός απλού και χαμηλού κόστους οικιακού συστήματος συλλογής βρόχινου νερού, μια τετραμελής οικογένεια μπορεί σήμερα να εξοικονομήσει μέχρι περίπου εκατό κυβικά νερού το χρόνο.
Το παραπάνω δεν είναι παρά ένα απλό παράδειγμα του πως η πολιτεία θα μπορούσε να δείξει στην πράξη τη διάθεσή της για αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζει τα μεγάλα περιβαλλοντικά προβλήματα της χώρας. Στο ίδιο πνεύμα θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ή να προτείνει μια σειρά από επιλογές και νομοθετικές ρυθμίσεις.
Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι σε περιοχές όπως η Θεσσαλία, η υπεράντληση των υπόγειων αποθεμάτων νερού μας έχει οδηγήσει στα πρόθυρα της ερημοποίησης. Παράλληλα, με τον εξοστρακισμό του ακάλυπτου εδάφους από τις πόλεις μας – καλύπτουμε με τσιμέντο ή άσφαλτο κάθε ελεύθερη επιφάνεια – εμποδίζουμε τεράστιες ποσότητες νερού βροχής να εμπλουτίσουν φυσικά τα υπόγεια νερά μας, οδηγώντας τα στους υπονόμους και στους βιολογικούς καθαρισμούς. Τη ίδια στιγμή, οι τεράστιοι χώροι στάθμευσης των μεγάλων εμπορικών κέντρων που εμφανίζονται σαν μανιτάρια στα περίχωρα των πόλεων, ασφαλτοστρώνονται και οδηγούν τα νερά σε επιφανειακές απορροές. Μια πολιτική επιβολής κάποιου είδους «τέλους κάλυψης εδάφους» θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιους κατασκευαστές να αναζητήσουν άλλες λύσεις. Θα μπορούσαν να προβλέψουν ζώνες ακάλυπτες και φυτεμένες με μεγάλα φυλλοβόλα δέντρα τα οποία θα πρόσφεραν τη σκιά τους κατά τους θερινούς μήνες. Αν παράλληλα φρόντιζαν να συλλέγουν το βρόχινο νερό, θα κάλυπταν και τις ανάγκες των δέντρων αυτών σε νερό.
Καμιά από τις παραπάνω πρωτοβουλίες δεν αυξάνει σημαντικά το κόστος μιας κατασκευής και έχει πάρα πολλά πρόσθετα οφέλη για την κοινωνία και τον τόπο. Οι τεχνικές λύσεις υπάρχουν, οι πρωτοβουλίες λείπουν. Ας το σκεφτούν οι κυβερνώντες αν επιθυμούν να κάνουν την Ελλάδα «Δανία του Νότου».

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 15 Νοέμβρη 2009

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009

Ολ-αίθριο σουβενίρ



Πηγή : ο λεκορμπυζιές

Ζούμε σε έναν καιρό που μαστίζεται από την αδράνεια. Τα αποτελέσματα είναι εμφανή τριγύρω μας. Παθητική σκέψη, παθητική δημοκρατία, παθητική αρχιτεκτονική. Όχι πολύ μακριά, κτίρια σε όλο το κέντρο της Αθήνας εγκαταλείπονται, θελημένα ή όχι, αδρανούν, ερημώνουν. Κτίρια από όλα τα layers της αρχιτεκτονικής ζωής της πόλης. Γερμανικός κλασικισμός, μοντερνισμός, λαϊκά σπίτια, μεσοπολεμικές πολυκατοικίες, εμπορικά κέντρα. Η γοητεία της φθοράς και η ιστορική τους αξία, ως τεκμήρια μιας άλλης εποχής, τα μετατρέπουν από κτίρια σε μνημεία. Η πολιτεία μεριμνά (κάποιες φορές χωρίς να το θέλει - προσφυγικά Αλεξάνδρας π.χ.) για την συντήρηση τους, την “αποκατάσταση” τους.
Παγώνει το χρόνο. Σε μια εποχή αδράνειας, αδρανοποιούμε τα κτίρια. Κόβουμε το φιλμ της ζωής τους σε ένα καρέ. Ποιο καρέ διαλέγουμε; Η ηθική της αναστήλωσης είναι αμφιλεγόμενη. Σε ένα πατσγουορκ όπως η Αθήνα, τα κτίρια σπάνια διακρίνονται για την καθαρότητα του “στυλ” τους (sic.). Τα περισσότερα από αυτά τα κτίρια γίνονται μουσεία. Εκθέτουν την ιστορία τους, εκθέτουν τα σωθικά τους, εκθέτουν τη ζωή τους. Από κοινοί θνητοί γίνονται θρύλοι. Η ζωή τους γίνεται “δημόσια”. Η ζωή τους σταματά σε ένα καρέ. Λουστράρεται και εκτίθεται. Ταυτόχρονα η Αθήνα επεκτείνεται στα προάστιά της. Αμφίβολης αρχιτεκτονικής κτίρια, δίχως πολεοδομικό σχεδιασμό, γεμίζουν τα σύνορα της πόλης. Χτίζουμε κι εγκαταλείπουμε. Ένα δίπολο δίχως λογική. Η αδράνεια της σκέψης.

Ο ήλιος διαγράφει το βιοκλιματικό του κύκλο φωτίζοντας εδώ και 150 χρόνια το κτίριο Αβέρωφ. Τον τελευταίο καιρό, λάμπουν στις αχτίνες του οι αρμολογήσεις της όψης τονισμένες από γραφίτη. Σωματίδια σκόνης γεμίζουν το αίθριο. Είναι τα μόνα που το γεμίζουν. Η ζωή έχει αφαιρεθεί από το πρότερο σπίτι της αρχιτεκτονικής σχολής. Οι φοιτητές γεμίζουμε τις αίθουσες του κτίριου Χημικών. Αναμένουμε την επιστροφή μας σε έναν χώρο που ετοιμάζεται για να αδρανοποιηθεί. Η αναγωγή του κτιρίου Αβέρωφ σε μνημείο έχει γίνει εδώ και πολλά χρόνια. Δεν του αποδόθηκε για την Αρχιτεκτονική του ποιότητα, η οποία στο πέρασμα των χρόνων έχει αμφισβητηθεί, αλλά σαν σκηνικό της
πτώσης της δικτατορίας. Η σημασία της ζωής που έκλεισε στο σώμα του καθρεφτίστηκε στην μνημειοποίηση του όχι ο αναγεννησιακός του διάκοσμος ή οι αρχαϊκοί ρυθμοί. Το
Αβέρωφ ξεσκονίζεται. Τα μάρμαρά του έχουν λουστραριστεί και ο ζωγραφικός διάκοσμος επανήλθε στην πρότερη του αίγλη. Σε κάποια σημεία οι οπές από τις σφαίρες που έχει “φάει” κρύφτηκαν. Το Αβέρωφ έμεινε στο καρέ του. Η ζωή έφυγε από αυτό. Έντονες συζητήσεις θέλουν το Αβέρωφ να μετατραπεί σε μουσείο. Είναι η αναμενόμενη κατάληξη της αδρανοποίησης ενός κτιρίου. Με τον τρόπο αυτό κανείς δεν θα μουτζουρώσει ξανά τους τοίχους, και κανείς δεν θα σκεφτεί σε αυτό για το μέλλον του. Το Αβέρωφ είναι ένα κτίριο μνημείο όσο η ζωή μέσα του συνεχίζει να προσφέρει ελπίδα.

Οι πρόσφατες καταστροφές που υπέστη το Αβέρωφ στα Δεκεμβριανά έχουν πολλαπλές αναγνώσεις. “Μας φταίνε οι γνωστοί-άγνωστοι που δεν επικοινωνούν με τα λαξεύματα της τέχνης πάνω στα μάρμαρα;” ή μήπως μας φταίει μια κοινωνία στην οποία τα μνημεία αντιμετωπίζονται σαν εκφραστές μιας πολιτικής κατάστασης και δέχονται την οργή των μαζών; Ο ορθολογισμός του γερμανικού προσωπείου του κτιρίου, που συνομιλεί άμεσα με την τριλογία της Πανεπιστημίου, εκφράζει καθεστωτικά αισθήματα άσχετα με τον παλμό των φοιτητών του ’74, του 2009.. Όσο η ζωή φεύγει από το Αβέρωφ και μένει η λουστραρισμένη πρόσοψη, το κτίριο θα αποκόπτεται από το συλλογικό συνειδητό ως μνημονικό κρεμαστάρι της ανατροπής και της ελπίδας και θα γίνεται ψυχρό μνημείο μιας ξενόφερτης αρχιτεκτονικής που θαυμάστηκε για λόγους εθνικής συνοχής. Τότε θα δέχεται πολύ περισσότερα πυρά απ’ ότι σήμερα.

Η ζωή οργιάζει στα κτίρια που πλαισιώνουν το Αβέρωφ. Μαζί με την μουσειοποίηση του Αβέρωφ τίθεται το θέμα της μεταφοράς της σχολής αρχιτεκτόνων στην πολυτεχνειούπολη. Οι υπέρμαχοι της προοπτικής αυτής εκθειάζουν την άπλα του “σύγχρονου” campus, την αποκέντρωση της πανεπιστημιακής κοινότητας, την μεταφορά (αντί της κατάργησης) του ασύλου, σε ένα μέρος που δεν θα καθίσταται προβληματική η εφαρμογή του. Η ερήμωση του κέντρου από την έξαλλη νεολαία, η τακτοποίηση και μουσειοποίηση του. Η αδράνεια. Από εκεί που στεκόμασταν ως φοιτητές ανάμεσα στο δίπολο “καρδιά” ή “έντερο” του Μπίρη (aka Αβέρωφ ή Χημείο) , καλούμαστε να εξοβελιστούμε από τον οργανισμό της πόλης σαν παράσιτα. Οι αρχιτέκτονες είναι οι μικροοργανισμοί της πόλης, η τοποθέτηση τους στα μοντερνιστικά κουτιά της πολυτεχνειούπολης έξω από τον αστικό ιστό θα μορφώσει γενιές αρχιτεκτόνων δίχως αστική παιδεία. Το κτίριο Αβέρωφ με τη συγκεντρωτική δομή του αιθρίου διαμόρφωνε το ιδανικό περιβάλλον για τη συλλογική πρακτική του αρχιτεκτονικού λειτουργήματος. Η ζωή μας στο Χημείο έχει ήδη λάβει μια νότα ατομισμού. Στον επόμενο τόνο η ώρα θα είναι κρίσιμη.\ Τα κτίρια στο κέντρο ερημώνουν. Η πολυτεχνειούπολη χτίζεται. Το άσυλο είναι μία σημαία στην οποία τυλίγεται όλος ο φόβος της μικροαστικής κοινωνίας. Το άσυλο συνοδεύει κάθε αναφορά σε βανδαλισμό, και γίνεται βασικό επιχείρημα της μουσειοποίησης του κέντρου. Η δράση και η αντίδραση της φυσικής νομοτέλειας. Οποιαδήποτε κοινωνική ανατάραξη προκαλεί ακόμη μεγαλύτερο συντηρητισμό και αδράνεια. Στη συζήτηση για το άσυλο απουσιάζει η αναφορά στην εκ των έσω κατάργησή του. Η κατευθυνόμενη πολιτική σκέψη στις σχολές. Η κατευθυνόμενη πολιτική σκέψη στα σπίτια μας. Η αδράνεια της κοινωνικής ανησυχίας είναι βασικό αποτέλεσμα της καταστρατήγησης του άσυλου του εγκεφάλου μας.

Το άσυλο έχει απαξιωθεί από τα μέσα του και όλη η φασαρία γίνεται για να πέσουν τα χωρικά προσχήματα. Η ζωή που άλλοτε γέμιζε το Αβέρωφ κινδυνεύει να μουσειοποιηθεί και η ίδια σε μια μελαγχολική ανάμνηση της ενεργητικότητας. Οι ερχόμενες μέρες μπορεί να γίνουν ακόμη ένα σκηνικό βανδαλισμού του Αβέρωφ. Δεν μας πειράζει που οι γνωστοί-άγνωστοι δεν μπορούν να επικοινωνήσουν με τα λαξεύματα της τέχνης. Πειράζει που η συζήτηση θα στραφεί στην εξοστράκιση μας από το χώρο ζωής μας. Αφού προστατέψουμε το κεφάλι μας πρέπει οι ίδιοι να είμαστε εδώ για να προστατέψουμε τη ζωή στο Αβέρωφ. Να το κάνουμε δικό μας. Να το κάνουμε ξανά από μνημείο κτίριο.

"Αυτό 'ναι που κάποτε μας ξενίζει-
η υπερτροφία του αμετάβλητου"

"Ελένη", Γιάννης Ρίτσος.

Τι ζητάει η ξανθιά στον Κίσσαβο;


Ανέβηκαν, Κυριακή ξημερώματα, τα λεωφορεία ψηλά στο βουνό. Έξι τον αριθμό. Ο σκοπός τους, άγιος: Δεντροφύτευση! Μαθητές πολλοί, γονείς, εκδρομείς του Σαββατοκύριακου, εθελοντές που έχουν ανάγκη «κάτι να κάνουν» μα δεν ξέρουν τι. Φυσικά, κάμερες, δημοσιογράφοι και λογής επίσημοι.
Έξι λεωφορεία, αγκομάχησαν καβαλώντας τις πλαγιές του Κίσσαβου, ώσπου έφτασαν ψηλά, στα ορεινά λιβάδια. Κοντά στα 300 μέτρα από την κορυφή, στο γυμνό του βουνού, δίπλα στο καταφύγιο του Ορειβατικού, ξεπέζεψαν οι Λαρισαίοι με σκοπό να «κάνουν το βουνό όμορφο».
Χίλια δέντρα, έλατα και πεύκα, φυτεύτηκαν εκείνο το πρωί στο τέρμα του ολοκαίνουργιου δρόμου που οδηγεί στο καταφύγιο. Δρόμου που κατασκευάστηκε για την «αξιοποίηση» του βουνού και την «ανάπτυξη» της τουριστικής βιομηχανίας του Νομού. Χίλια δέντρα φυτεύτηκαν στο βουνό που έχει χαρακτηριστεί ως περιοχή εξαιρετικού φυσικού κάλλους και προστατεύεται από το πανευρωπαϊκό Δίκτυο Φύση 2000.

Την ώρα που οι εκδρομείς της Κυριακής – παιδιά, μεγάλοι, κάμερες, δημοσιογράφοι, και λογής επίσημοι – καθησύχαζαν τις οικολογικές τους ανησυχίες, πίσω στην πόλη ηχούσαν τα όργανα: «που πάτε ωρέ παιδιά, στην υποαλπική ζώνη, στο «γυμνό» του βουνού, να κάνετε αναδάσωση»;
Αναδάσωση! Μια λάθος λέξη που ειπώθηκε ίσως εκατέρωθεν –από τους επικριτές και μπορεί και από μέρος των διοργανωτών – ήταν αρκετή να εκτρέψει τη συζήτηση και να χαθεί η ουσία. Ξεχάστηκε το άστοχο (τουλάχιστον) του εγχειρήματος και συζητήθηκε το επουσιώδες.
Το ουσιώδες: Επιλέχθηκε να γίνει δεντροφύτευση χιλίων δέντρων στην υποαλπική ζώνη του βουνού, όπου οι πιθανότητες να επιζήσουν τα νεαρά φυτά είναι ελάχιστες. Δεν είναι μόνο οι καιρικές συνθήκες που ούτως ή άλλως δεν ευνοούν το εγχείρημα, είναι και το γεγονός ότι στην περιοχή κυκλοφορούν μεγάλα κοπάδια βοοειδών ελευθέρας βοσκής, στα οποία προσφέρουμε θαυμάσιο γεύμα.
Όμως, το ένα λάθος φέρνει το άλλο: «θα μεριμνήσουμε ώστε να περιφράξουμε το χώρο», αποφάνθηκαν οι αρμόδιοι. Έτσι, σταδιακά, μια απλή λάθος επιλογή μπορεί να οδηγήσει σε περιβαλλοντική εκτροπή.


Γιατί όμως επελέγη η συγκεκριμένη περιοχή για το εγχείρημα; Γιατί οι εμπνευστές μιας τέτοιας – θεάρεστης κατά τα άλλα – πρωτοβουλίας δεν την έκαναν σε μια υποβαθμισμένη αστική περιοχή όπου το πράσινο και απόλυτα αναγκαίο είναι και λείπει. Ερμηνεύοντας το ανερμήνευτο, τη σκέψη δηλαδή των αυτοδιοικητικών παραγόντων, κατέληξα – εγώ και πολλοί άλλοι - στο μόνο προφανές και λογικό συμπέρασμα: επικοινωνία! Θέλοντας να διαφημίσουν τον καινούργιο δρόμο ως το καταφύγιο Κίσσαβου, και ελπίζοντας στην προσέλκυση τουριστών, θα σκέφτηκαν ότι μπορούν να πετύχουν πολλά τρυγόνια με ένα σμπάρο.
Στο σημείο αυτό τελειώνει η επικαιρότητα, σχολάει η οικολογία κι αναλαμβάνει η φιλοσοφία.
Λέξεις κλειδιά για να βγάλει κανείς συμπέρασμα: «αξιοποίηση» και «ανάπτυξη». Τι σημαίνει αξιοποίηση; Ελληνικά είναι. Απλά. Δεν ζητά κανείς από κανέναν να μας πει τι σημαίνει «ασκαρδαμυκτί». Αξιοποίηση σημαίνει ότι κάτι ή δεν έχει αξία ή η αξία του φθίνει και κάνω κάτι ώστε να αποκτήσει τέτοια. Βέβαια, όταν χρησιμοποιείται από πολιτικούς, η έννοια αξία περιορίζεται στην οικονομική αξία. Σ’ αυτήν που αποτιμάται με χρήμα. Με την ίδια σημασία χρησιμοποιείται και η λέξη «ανάπτυξη». Ανάπτυξη για τους πολιτικούς είναι εκείνη η διαδικασία που μέσα από παρεμβάσεις, έργα, υποδομές, προσκαλεί επενδύσεις που «αξιοποιούν» πηγές και έχουν σαν αποτέλεσμα την αύξηση των οικονομικών μεγεθών και την παραγωγή εισοδήματος. Δεν είχε, λοιπόν, αξία ο Κίσαβος καθώς δεν παρήγαγε το αναμενόμενο «προϊόν» για το Νομό (κι εδώ «προϊόν» εννοούμε το χρήμα). Τι θέλει ο τουρίστας; Δρόμο για να ανέβει; Τον φτιάξαμε! Μέρος να μείνει; Έχει εκεί ένα καταφύγιο, στην ανάγκη θα το μεγαλώσουμε, θα το εκσυγχρονίσουμε, θα το βελτιώσουμε. Δεν μπορεί όμως να έρχεται ο τουρίστας στο βουνό και να μη βλέπει δέντρα! Βουνό και δέντρα τα έχει ταυτίσει ο τουρίστας. Άρα, δίπλα στο ορειβατικό καταφύγιο, φυτεύουμε δέντρα. Αν μας ζητηθεί, και πισίνες θα φτιάξουμε, και νερά θα εκτρέψουμε, και παιδότοπο, και Disneyland θα του παρέχουμε. Να μην παραλείψω ότι θα χρειαστεί να ισοπεδώσουμε μια κάποια περιοχή (πολλές ελεύθερες έχει εκεί) για να παρκάρει ο τουρίστας το καινούργιο 4Χ4 να το βλέπει η ξανθιά και να ξεκουμπώνει το πάνω κουμπί από το πουκάμισο. Άβυσος η ψυχή των ¨αρμόδιων" και το ντεκολτέ της ξανθιάς. Άβυσος. Σαν αυτή που χάσαμε τη λογική μας την Κυριακή που μας πέρασε….

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2009

Κοπεγχάγη: Αρχή ή τέλος;


Μετράμε ήδη αντίστροφα τις ημέρες πριν από την Συνδιάσκεψη της Κοπεγχάγης για την κλιματική αλλαγή και οι προβλέψεις για την κατάληξή της διίστανται. Αναλυτές και παράγοντες κυβερνήσεων εκφράζουν από επιφυλάξεις έως πλήρη απογοήτευση για την επίτευξη συμφωνίας τον ερχόμενο Δεκέμβρη στην πρωτεύουσα της Δανίας.

Χαρακτηριστικές του κλίματος είναι οι δηλώσεις του Βρετανού υπουργού Ενέργειας και Κλιματικών Αλλαγών, Εντ Μιλιμπαντ ο οποίος εκτιμά ότι μόνο μια πολιτική συμφωνία είναι εφικτή και όχι δεσμευτικές αποφάσεις σχετικά με τον ποσοτικό περιορισμό ρύπων ή την χρηματοδότηση δράσεων σε αναπτυσσόμενες χώρες.
"Αν δε αναλάβουμε άμεση δράση, η πραγματικότητα είναι ότι κάποια μικρά νησιά των αναπτυσσόμενων κρατών δεν θα βρίσκονται στο χάρτη σε κανά δυο δεκαετίες. Σίγουρα πάντως όχι στο τέλος του αιώνα" δήλωσε ο ίδιος περιγράφοντας με δραματικό ίσως τρόπο την κρισιμότητα της κατάστασης.

Το άσχημο κλίμα ήρθαν να επιβεβαιώσουν τόσο οι δηλώσεις του Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι η σύναψη νομικής συνθήκης θα είναι κατά τη γνώμη του αδύνατη, όσο και η εμμονή της Κίνας για μη διεύρυνση της συνθήκης του Κιότο.

Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, από την μεριά τους, κατέθεσαν τις προτάσεις τους, κομβικά σημεία των οποίων είναι:

• Μείωση των παγκόσμιων εκπομπών κατά τουλάχιστον 80% μέχρι το 2050, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990.
• Ελάχιστη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου των ανεπτυγμένων κρατών κατά 40% έως το 2020, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990.
• Ετήσια χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων κρατών ύψους €115 δις έως το 2020, για δράσεις μείωσης των εκπομπών, προσαρμογής και τερματισμού της αποδάσωσης.
• Επίτευξη μηδενικού ισοζυγίου δάσωσης και αποδάσωσης έως το 2020.

Κανείς βέβαια δεν πιστεύει ότι οι θέσεις αυτές θα υιοθετηθούν από τη Συνδιάσκεψη και η πιθανότητα να βαλτώσουν οι διαπραγματεύσεις και να οδηγηθούμε σε μια αναβολή η οποία θα είναι καταστροφική ή σε μια χαλαρή συμφωνία που δεν θα είναι δεσμευτική για τους συμμετέχοντες ή δεν θα φέρνει καμιά ουσιαστική μεταβολή στα δεδομένα, είναι ορατή. Μια τέτοια προοπτική είναι απευκταία και οι προσπάθειες να μη χαθεί αυτή η μάχη για τον πλανήτη, θα συνεχίζονται ως την τελευταία στιγμή. Είναι αισιόδοξο ότι υπάρχουν άνθρωποι σε καίριες θέσεις που αγωνιούν και μάχονται: «Το ρολόι έχει φθάσει σχεδόν στο σημείο μηδέν», επισήμανε ο Ιβο ντε Μπόερ, επικεφαλής του Γραφείου του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, στην πρόσφατη προπαρασκευαστική της Συνδιάσκεψης συνάντηση της Βαρκελώνης, ενώ η υπουργός Κλίματος και Ενέργειας της Δανίας, Κόνι Χέντεγκααρντ, κάλεσε τους διαπραγματευτές να παραδώσουν στους προϊσταμένους τους υπουργούς ξεκάθαρες επιλογές, ώστε να ληφθούν το γρηγορότερο δυνατόν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και να αποφευχθεί περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης.

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 8 Νοέμβρη 2009

Η Μαργαρίτα των Οικολόγων στο Πράσινο Υπουργείο


Ένας καλός μου φίλος, μου έλεγε πριν τις εκλογές ότι το ΠΑΣΟΚ αν θέλει να σταθεροποιηθεί στην κυβέρνηση πρέπει να κερδίσει καινούργιους κοινωνικούς συμμάχους. Όταν τον ρώτησα τι εννοεί μου απάντησε ότι πρέπει να γίνει πιο πράσινο. «Το χρώμα το έχει» μου απάντησε, «ας υιοθετήσει και τις πολιτικές». Οι επιλογές του Γιώργου Παπανδρέου τόσο πριν τις εκλογές του Οκτώβρη όσο και με τον σχηματισμό της κυβέρνησης, δείχνουν ότι έχει κατανοήσει και την δυναμική του οικολογικού κινήματος αλλά και την ανάγκη το κόμμα του να υιοθετήσει «πράσινες» πολιτικές.
Η τοποθέτηση της Μαργαρίτας Καραβασίλη ως επικεφαλής της Ειδικής Γραμματείας Επιθεώρησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας έρχεται να επιβεβαιώσει όχι απλά τις προθέσεις της νέας κυβέρνησης αλλά τη διάθεση να τις κάνει πράξη. Έρχεται επίσης να στείλει μια σειρά μηνυμάτων σε όλους τους εμπλεκόμενους με το περιβάλλον.
Πρώτα από όλα η επιλογή της κ. Καραβασίλη δείχνει την απόφαση της ηγεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής για πλήρη διαφοροποίηση από το ένοχο παρελθόν της συγκατοίκησης με τα Δημόσια Έργα, καθώς η επιλεγείσα έχει διωχθεί δικαστικά από τους εκλεκτούς της - γκρίζας για τα οικολογικά ζητήματα - περιόδου Σουφλιά.
Δεύτερο, σηματοδοτεί την απόφαση ενίσχυσης του ρόλου των ελεγκτικών μηχανισμών στην προσπάθεια για εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Ας μην ξεχνάμε ότι η κ. Καραβασίλη υπήρξε επικεφαλής των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος επί σειρά ετών και έχει εισηγηθεί αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των. Η δημιουργία άλλωστε ειδικής Γραμματείας Επιθεώρησης Περιβάλλοντος δείχνει τον αναβαθμισμένο ρόλο που θα κληθούν να παίξουν οι επιθεωρητές στις νέες υπό διαμόρφωση συνθήκες.
Τρίτο, η επιλογή για μια τόσο σημαντική θέση ενός ατόμου που στις τελευταίες εκλογές ήταν υποψήφια βουλευτής άλλου κόμματος, έρχεται να επιβεβαιώσει την δηλωμένη απόφαση του πρωθυπουργού για τον σχηματισμό ευρύτερων συμμαχιών και συγκλίσεων ακόμα και σε κυβερνητικό επίπεδο, όσο και αν αυτό ενοχλεί κάποιους στον σκληρό κομματικό του πυρήνα.
Αλλά και για το εγχώριο οικολογικό κίνημα, ανεξάρτητα από κομματική ένταξη, η τοποθέτηση της κυρίας Καραβασίλη, αποτελεί νίκη. Η σταθερή και αδιαπραγμάτευτη στάση της σε κορυφαία ζητήματα ρύπανσης, όπως αυτό του Ασωπού, δείχνει ότι ακόμα και σε κεντρικό κυβερνητικό επίπεδο τα ζητήματα αντιμετώπισης της ρύπανσης θα είναι στην πρώτη γραμμή το επόμενο χρονικό διάστημα.
Η ηγεσία του ΥΠΕΚΑ θα έχει πολλή δουλειά τους μήνες που έρχονται. Τα πρώτα δείγματα γραφής μας γεμίζουν με αισιοδοξία ότι θα δρομολογηθούν λύσεις και για προβλήματα που ταλανίζουν τη Θεσσαλία τα τελευταία χρόνια. Εδώ θα είμαστε, να χειροκροτήσουμε για τα θετικά αλλά και για να ψέξουμε για τα αρνητικά.

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 8 Νοέμβρη 2009

Ενιαίος Φορέας Διαχείρισης Υδάτων



Χρειάστηκαν δύο μέρες έντονων καιρικών φαινομένων για να γίνουμε μάρτυρες – για μια ακόμη χρονιά – πλημμυρικών φαινομένων στην πεδιάδα της Θεσσαλίας. Χιλιάδες στρέμματα των Παρακάρλιων περιοχών βρίσκονται ακόμη κάτω από το νερό. Αν τις επόμενες ημέρες παρατηρηθούν παρόμοια ύψη βροχοπτώσεων – πράγμα καθόλου απίθανο -, οι αγρότες της περιοχής θα βρεθούν αντιμέτωποι με τεράστια οικονομική καταστροφή καθώς θα είναι αμφίβολη η δυνατότητα σποράς, ιδιαίτερα σιτηρών, των κατακλυσμένων εκτάσεων.
Ακούστηκαν πολλά για τις αιτίες που προκάλεσαν το γεγονός και άλλα τόσα για τις ευθύνες. Πολλοί δείχνουν να παραβλέπουν το γεγονός ότι δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι παρόμοιο και ότι πιθανότατα θα ξανασυμβεί και στο μέλλον αν δεν μάθουμε από τα παθήματά μας.
Στο πολύπλοκο και δαιδαλώδες δίκτυο των δρόμων του νερού ανά τη Θεσσαλία, ο καθένας κάνει ό,τι θέλει. Βαθαίνει ή μπαζώνει κανάλια, κατασκευάζει παράνομα φράγματα, ανοίγει ή κλείνει θυροφράγματα χωρίς κεντρικό σχεδιασμό, χωρίς ενημέρωση, χωρίς μελέτη. Ιδιώτες, ομάδες παραγωγών, τοπικοί αυτοδιοικητικοί παράγοντες, δήμαρχοι, νομάρχες, Τ.Ο.Ε.Β., παρεμβαίνουν στις κοίτες σαν να είναι οικόπεδό τους. Από την άνοιξη και μετά δεκάδες χωματουργικά μηχανήματα οργώνουν τη Θεσσαλία και κατασκευάζουν εκατοντάδες παράνομα χωμάτινα φράγματα με σκοπό να συγκρατήσουν το λιγοστό ούτως ή άλλως νερό προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των καλλιεργειών σε νερό. Θα πει κανείς, και θα το δεχτώ, ότι η εξασφάλιση της αγροτικής παραγωγής επιβάλει την τακτική αυτή η οποία από μόνη της δεν είναι πρόβλημα αλλά μια κάποια λύση.
Πρόβλημα μπορεί να γίνει – και συχνά γίνεται – από την στιγμή που αρχίζουν οι φθινοπωρινές καταιγίδες. Πολλοί – ιδιώτες οι φορείς – παραβλέπουν τις προτροπές των αρμόδιων υπηρεσιών και δεν καταστρέφουν τις αυθαίρετες κατασκευές στις κοίτες των υδατορευμάτων μετά το τέλος της αρδευτικής περιόδου. Φοβούμενοι μια ξηρή χρονιά, διατηρούν τα φράγματα μέχρι να σημάνει κίνδυνος. Τότε μόνο τα ανοίγουν. Τα ανοίγουν όμως χωρίς συντονισμό, χωρίς σχέδιο, χωρίς ενημέρωση όσων βρίσκονται σε περιοχές στην πορεία του νερού και έχουν και εκείνοι φράγματα. Τα αποτελέσματα αυτής της τακτικής βιώνουν αυτές τις μέρες οι αγρότες στο Καλαμάκι Λάρισας και στις γύρω περιοχές. Τις βιώνει επίσης και ο μεγάλος ταμιευτήρας της Κάρλας, καθώς χιλιάδες κυβικά νερού οδηγούνται καθημερινά στον Παγασητικό και όχι στην Κάρλα προκειμένου να στραγγίξουν το συντομότερο δυνατό οι πλημμυρισμένες εκτάσεις
Η δημιουργία ενός φορέα ανά λεκάνη απορροής ο οποίος θα είχε την ευθύνη συνολικά τόσο για το νερό όσο και για τα έργα που το αφορούν ή σχετίζονται μ’ αυτό, θα απέτρεπε τέτοια φαινόμενα. Τέτοιος φορέας όμως δεν έχει συσταθεί και η υπάρχουσα διεύθυνση διαχείρισης υδάτων της περιφέρειας ούτε στελεχωμένη είναι ούτε σχετικές αρμοδιότητες έχει. Πολύ περισσότερο, κανείς δεν έχει διάθεση να συγκρουστεί με τους τοπικούς αιρετούς παράγοντες που με νοοτροπία «ιδιοκτήτη», επιμένει να κάνει ό,τι θέλει, όπου θέλει γιατί έτσι θέλει .
Το νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει από τον Δεκέμβρη του 2003, αν και δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ. Οι ευρωπαϊκές οδηγίες επίσης. Σύντομα, θα αρχίσουν να τρέχουν και τα πρόστιμα από τη μεριά των Βρυξελών επειδή για μια ακόμη φορά θα αποδειχτούμε αναξιόπιστοι. Αν η κυβέρνηση θεωρεί το νόμο ελλιπή, ή αν κρίνει ότι χρειάζεται βελτίωση ή προσαρμογή στις νέες συνθήκες, ας το κάνει άμεσα. Διαφορετικά, του χρόνου τέτοια εποχή θα μιλάμε πάλι για καταστροφές και θα ψάχνουμε τις αιτίες και τους υπεύθυνους.

Αρθρο μου, από την σελίδα "Οικολογία" της εφημερίδας "ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΗΧΩ" φύλλο Κυριακής 8 Νοέμβρη 2009