Μια καμπάνια η οποία απέτυχε λόγω ανυπαρξίας στήριξης |
Όταν, πριν από
σχεδόν ένα οχτάμηνο, έλεγα ότι, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες εξελίξεις, θα απαιτηθεί εσωτερική υποτίμηση - δηλαδή μείωση της αγοραστικής δύναμης του πολίτη - κατά 50 έως 60%,
λίγοι κατανοούσαν τι σημαίνουν αυτοί οι αριθμοί. Το σίγουρο είναι ότι τα πολιτικά κόμματα γνώριζαν
πολύ καλά πως η στιγμή που αυτή η προοπτική θα έπρεπε να γίνει πράξη θα ερχόταν
σύντομα. Γνώριζαν επίσης πολύ καλά ότι δεν υπάρχει περίπτωση να προσπαθείς να
κάνεις βιώσιμο το χρέος σου χωρίς μια τέτοια υποτίμηση.
Την ίδια, ίσως και μεγαλύτερη υποτίμηση θα έπρεπε να κάνει η χώρα και στην περίπτωση που επέλεγε να εγκαταλείψει το ευρώ, μόνο που στην περίπτωση αυτή η υποτίμηση θα ήταν νομισματική, θα γινόταν σε μεγαλύτερα ποσοστά, θα είχε διάρκεια (διολίσθηση) και θα είχε μια σειρά άλλες συνέπειες, οι οποίες δεν ελιναι του παρόντος.
Την ίδια, ίσως και μεγαλύτερη υποτίμηση θα έπρεπε να κάνει η χώρα και στην περίπτωση που επέλεγε να εγκαταλείψει το ευρώ, μόνο που στην περίπτωση αυτή η υποτίμηση θα ήταν νομισματική, θα γινόταν σε μεγαλύτερα ποσοστά, θα είχε διάρκεια (διολίσθηση) και θα είχε μια σειρά άλλες συνέπειες, οι οποίες δεν ελιναι του παρόντος.
Τι σημαίνει όμως πρακτικά
εσωτερική υποτίμηση 50 έως 60%; Σημαίνει μείωση της αγοραστικής δύναμης και
κατά συνέπεια της κατανάλωσης κατά ίδιο ή και μεγαλύτερο ποσοστό και
επιτυγχάνεται άμεσα με μειώσεις μισθών και με την επιβολή νέων και/ή την αύξηση
των υπαρχόντων έμμεσων και άμεσων φόρων.
Θα πει κανείς ότι
μια τέτοια προοπτική μπορεί να οδηγήσει σε αδυναμία εκπλήρωσης των φορολογικών
υποχρεώσεων των πολιτών προς το κράτος πράγμα που θα επιδείνωνε περισσότερο την οικτρή οικονομική κατάσταση του κράτους, και δεν θα έχει άδικο. Το είδαμε ήδη να
συμβαίνει. Θεωρητικά, η ίδια η οικονομία, η αγορά, θα βρει την ισορροπία της
και θα το κάνει κατεβάζοντας τον γενικό μέσο όρο χαμηλότερα. Δεν είναι δυνατό να γίνει
διαφορετικά. Δεν είναι πρακτικά δυνατό μια χώρα να βρίσκεται υπό χρεωκοπία της μιας
ή της άλλης μορφής και να επιμένει να διατηρήσει το βιοτικό της επίπεδο ψηλά.
Στην πράξη, η προσαρμογή προς τα κάτω του μισθολογικού κόστους στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει και αυτό το γνωρίζουν οι πάντες. Οι πάντες γνωρίζουν ότι στην αγορά εργασίας με τεράστια προσφορά εργατικού δυναμικού και σχεδόν μηδενική ζήτηση ούτε Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση ισχύει ούτε κατώτερος μισθός ούτε καν ασφαλιστικά δικαιώματα.
Στην πράξη, η προσαρμογή προς τα κάτω του μισθολογικού κόστους στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει και αυτό το γνωρίζουν οι πάντες. Οι πάντες γνωρίζουν ότι στην αγορά εργασίας με τεράστια προσφορά εργατικού δυναμικού και σχεδόν μηδενική ζήτηση ούτε Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση ισχύει ούτε κατώτερος μισθός ούτε καν ασφαλιστικά δικαιώματα.
Τότε γιατί η τόσο
σθεναρή αντίδραση των κομμάτων να υπερασπιστούν την επιβίωση ενός πρακτικά
νεκρού «συμβολαίου». Πιθανά για συμβολικούς και σίγουρα για ψηφοθηρικούς λόγους.
Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν χιλιάδες υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου που μισθοδοτούνται
έμμεσα ή άμεσα από το δημόσιο και για την προστασία των οποίων οι βουλευτές
ορθώνουν το ανάστημά των.
Έχει όμως νόημα
μια τέτοια στάση; Δυστυχώς όχι. Ούτε νόημα ούτε προοπτική. Ανέφερα παραπάνω ότι
η οικονομία, δεν τολμώ να χρησιμοποιήσω την σωστή λέξη – αγορά – επειδή στην
Ελλάδα έχει δαιμονοποιηθεί, θα βρει το
σημείο ισορροπίας, θα απορρίψει τα άκρα, θα ταλαντευτεί και στο τέλος θα βρει
το νέο της μέσο όρο. Θα περίμενε κανείς ατή η διαδικασία να έχει συμβεί
ταχύτερα. Το παράξενο είναι ότι δεν συμβαίνει. Θα περίμενε κανείς η μείωση της αγοραστικής
δύναμης να επιφέρει, να επιβάλλει στην ουσία, αντίστοιχη μείωση τιμών, τουλάχιστον
σε εγχώρια προϊόντα ή σε είδη ευρείας κατανάλωσης. Γιατί δεν συμβαίνει ή γιατί
δεν συμβαίνει με την ταχύτητα ή στην κλίμακα που περιμέναμε;
Απαντήσεις σε αυτό
το ερώτημα μπορούν να δοθούν πολλές . Η επιθετική άποψη λέει ότι η παραοικονομία είναι τόσο μεγάλη ώστε η μέχρι
σήμερα μείωση της αγοραστικής δύναμης στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας, καλύπτεται
με ευκολία από τα εισοδήματα που αποκτώνται στην παραοικονομία. Η άλλη άποψη
διατείνεται ότι η Ελλάδα δεν έχει πραγματικό,
ώριμο, ρεαλιστικό, αποτελεσματικό καταναλωτικό κίνημα. Μπορεί να ισχύουν και τα
δύο και σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες να οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα: Η
κρίση και οι μειώσεις μισθών δεν οδήγησαν σε πρακτικές μειώσεις τιμών.
Η συνεχιζόμενη όμως
ταλάντωση και η αδυναμία εύρεσης ενός νέου μέσου όρου θα έχει συνέπειες. Αυτή η έστω και στιγμιαία παρουσία της στα
άκρα, εάν συμβαίνει επί μακρόν μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε εκτροπές και καταρρεύσεις.
Εάν οι βουλευτές – τουλάχιστον των κομμάτων της κυβερνητικής πλειοψηφίας –
θέλουν πραγματικά να προσφέρουν, αντί να υπερασπίζονται σθεναρά συντεχνιακά
συμφέροντα ή ομάδες – δεξαμενές ψήφων, ας μπουν επικεφαλείς προσπαθειών πραγματικής
μείωσης του κόστους διαβίωσης. Είναι ίσως μια από τις λίγες εθνικές υπηρεσίες που μπορούν να προσφέρουν και είναι μια καλή ευκαιρία να εξιλεωθούν απέναντι στοςυ ψηφοφόρους τους για όσα έπρεπε να κάνουν και δεν έκαναν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου