Δημόσιοι Υπάλληλοι Εν Ώρα Εργασίας |
Πάνε αρκετά χρόνια από την ημέρα που βρέθηκα, εγώ κι ένας συνάδελφος, σε Δασαρχείο επαρχιακής πόλης. Με τα laptop ανά χείρας, ορθοφωτοχάρτες μιας περιοχής 150.000 στρεμμάτων, αεροφωτογραφίες από το 1940, λογισμικά χαρτογράφησης και καλή διάθεση, είπαμε στο Δασάρχη ότι μας έχει ανατεθεί το έργο του χωρικού σχεδιασμού ανοιχτής πόλης. Στο πλαίσιο αυτού του έργου, έπρεπε να καθορίσουμε χρήσεις γης οι οποίες, μέσα από συγκεκριμένη διαδικασία, θα είχαν ισχύ νόμου. Ζητήσαμε λοιπόν τη βοήθειά του Δασαρχείου και θέσαμε τους εαυτούς μας στη διάθεσή τους ώστε σε συνεργασία να οριοθετήσουμε δασικές εκτάσεις. Είπαμε ότι ο χρόνος δεν ήταν πρόβλημα για εμάς και περιμέναμε περιχαρείς μια θετική ανταπόκριση.
Δυστυχώς, εμείς οι κρατικοδίαιτοι ιδιώτες λογαριάζαμε χωρίς τον ξενοδόχο που στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ο άκρως αποδοτικός υπάλληλος δασαρχείου αλλά θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε από τους κοντά 700.000 συναδέλφους του στον λαβύρινθο του ελληνικού δημοσίου. Για αρχή, ο μέγιστος ζήτησε επίσημο γραπτό αίτημα από τον Δήμο, συνοδευόμενο από 12 αντίτυπα τοπογραφικού διαγράμματος της υπό εξέταση έκτασης σε κλίμακα 1 προς 5.000. Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Να εξηγήσω ότι θα χρειαζόμουν περίπου 750 χάρτες 80 x 120 εκατοστών για να καλύψω την απαίτηση του οπαδού των τύπων υπαλλήλου ΠΕ. Δηλαδή θα έπρεπε να καταθέσω την αίτηση με φορτηγό και το δασαρχείο να νοικιάσει ένα εξτρά δωμάτιο. Να μην τα πολυλογώ, ο «λειτουργός», ύστερα από σύντομη διαμάχη μου έκανε σαφές πως ότι κι αν έκανα, η απάντηση στο αίτημά μας θα ήταν αρνητική: δεν επρόκειτο να προχωρήσει σε μαζική οριοθέτηση δασικών εκτάσεων.
Ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα τι σημαίνει «κρατικοδίαιτος ιδιωτικός τομέας» και τη διαδικασία σχηματισμού του: ο δασικός υπάλληλος παίρνει 9,80 € επιπλέον αποζημίωση για εκτός έδρας απασχόληση επί 120 ημέρες το χρόνο, ήτοι 1.200 περίπου ευρώ ετήσια, ή άλλως 100 ευρώ μηνιαία αύξηση μισθού για να πάει να «χαρακτηρίσει» το οικόπεδο του κάθε μπάρμπα Κίτσου. Φυσικά, δεν πάει μόνος του. Θέλει οπωσδήποτε τουλάχιστον έναν οδηγό, οπότε κάντε τα παραπάνω επί δύο. Το αυτοκίνητο θέλει καύσιμα για να κινηθεί και συντήρηση για να αντέχει. Προσθέστε λοιπόν στον οικονομικό κύκλο τον βενζινά, το συνεργείο, τα ανταλλακτικά.. Ο μπάρμπα Κίτσος, για το κτήμα του οποίου θα πρέπει να εκδοθεί πράξη χαρακτηρισμού, θα περιμένει το κλιμάκιο πως και πως! Θα έχει ειδοποιήσει τον Γιώργη, ιδιοκτήτη της ταβέρνας «Ο Πλάτανος» να έχει ετοιμάσει κοψίδια και μεζεκλίκια και κρασί για το «κλιμάκιο». Βάλτε λοιπόν στην μικρή οικονομία που δημιουργείται τον κτηνοτρόφο, τον χασάπη, τον αμπελουργό, τον οινοποιείο, τον ταβερνιάρη και φυσικά τον μπάρμπα Κίτσο. Έχουμε μάνι - μάνι, πάνω από 10 άτομα. Φεύγοντας το κλιμάκιο θα παραλάβει – ανάλογα με την βαρύτητα του αιτήματος – από μια σακούλα καλούδια (αυγά, ντομάτες, κοτόπουλο, τυρί ή άλλο) έως ένα καλό μπαξίσι (μέχρι και 3 μηνιάτικα). Έπειτα, η απόφαση δημοσιεύεται σε μια τοπική εφημερίδα η οποία «τσιμπάει» ένα 150αρι για κάθε τέτοια δημοσίευση. Ο κύκλος της ιδιότυπης αυτής κρατικοδίαιτης οικονομίας με αυτόν τον τρόπο διευρύνεται και φτάνει κοντά τους 20 νοματαίους.
Ο οποιοσδήποτε εχέφρον πολίτης θα αναρωτιόταν γιατί οι πολιτικοί προϊστάμενοι δεν αναγκάζουν τα δασαρχεία να δημιουργήσουν οριστικούς δασικούς χάρτες για μεγάλες περιοχές ΤΩΡΑ παρά πληρώνουν «κρατικοδίαιτους» ιδιώτες να κάνουν τη δουλειά των υπαλλήλων των δασαρχείων; Κι αφού «αναγκάζεται» το κράτος να πέσει στα χέρια των «κρατικοδίαιτων» ιδιωτών, γιατί κρατά και δεν απολύει τους υπάλληλους; ; Γιατί έστω δεν τους ανακατανέμει σε παραγωγικότερες θέσεις ή σε θέσεις όπου πραγματικά υπάρχει έλλειψη προσωπικού;
Το δημόσιο, για να κρύψει από τον αντιπαραγωγικό και κρατικοδίαιτο ιδιωτικό τομέα τα καλύτερα κομμάτια του, τα καμουφλάρισε με περίεργες στολές παραλλαγής. Μια από τις πιο πετυχημένες είναι ο «ευρύτερος». Εκεί κρύβεται το καμάρι της υψηλής παραγωγικότητας του δημοσίου. Ακούστε μια πέρα για πέρα αληθινή ιστορία.
Έχεις έναν φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα με τον οποίο κανείς δεν ασχολείται, καθώς δεν χρηματοδοτείται η μισθοδοσία του αλλά και η δράση του από τον κρατικό προϋπολογισμό. Πως ζει όμως αυτός ο φορεύς; Δώστε βάση: με νόμο επιβάλλει σε αγρότες ένα χρηματικό τέλος ανά στρέμμα κατεχόμενης αγροτικής γης σε συγκεκριμένη περιοχή. Υποθέτουμε ότι η περιοχή αυτή είναι η Θεσσαλία, η έκταση η οποία καλείται να πληρώσει τέλη είναι 300.000 στρέμματα και η στρεμματική εισφορά ανέρχεται σε 1,5 € ανά στρέμμα. Οι δυνητικές εισπράξεις λοιπόν του φορέα είναι περί τις 450.000 ευρώ ετησίως. Καλή μπάζα. Τι θα έπρεπε να κάνει με αυτά τα λεφτά ο παραπάνω φορέας; Λειτουργώντας ανταποδοτικά, θα έπρεπε να παρέχει αντιπλημμυρικά και στραγγιστικά έργα σε επίπεδο τουλάχιστον 75% ων εισπράξεών του. Στην πράξη όμως, σχεδόν 200.000 € κατέληγαν, ως πριν από 3 ή 4 χρόνια στην κάλυψη μισθοδοσίας, περί τις 30 ή 50 χιλιάδες σε δαπάνες διοίκησης και ίσως 50 χιλιάδες να εξυπηρετούσαν τον σκοπό ύπαρξης του φορέα, δηλαδή την συντήρηση ή την κατασκευή νέων αποστραγγιστικών έργων. Αυτός ο φορέας λειτουργούσε παρασιτικά επί μια εικοσαετία τουλάχιστον και κανείς μα κανείς δεν αναρωτήθηκε γιατί θα πρέπει 13.000 αγρότες από όλη τη Θεσσαλία να πληρώνουν από 25 ευρώ ο καθένας το χρόνο για να ταϊζουν 8 χαραμοφάηδες.
Ντρέπομαι, αλλά επί 14 χρόνια πληρωνόμουν από αυτόν τον φορέα έχοντας σπαταλήσει πάμπολλα εφτάωρα χωρίς να προσφέρω ούτε το ελάχιστο παραγωγικό έργο.
Καληνύχτα δημόσιο όπου κατά την άποψη ορισμένων κυβερνητικών στελεχών «δεν υπάρχει πλεονάζον προσωπικό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου